Υπήρξε επίσης και η άποψη, ότι μόνον εν σχέσει με το κράτος υπάρχει το έθνος και διαθέτει μία αυτογνωσία, μία θέληση, μία ανώτερη πραγματικότητα. Αυτή η ιδέα έχει μία ακριβή ιστορική επιβεβαίωση, ειδικά εάν αναφέρεται σε αυτό που μαζί με τον Vico θα μπορούσαμε να ονομάσουμε “το δίκαιο των ηρωϊκών λαών στην γέννηση των σπουδαιότερων ευρωπαϊκών εθνών”.

Εάν “πατρίδα” σημαίνει βέβαια “γη των πατέρων”, ο όρος μπορεί να είχε αυτήν την έννοια μόνον σε ένα σημείο εκκινήσεως, πολύ πίσω στον χρόνο, γιατί οι ιστορικές πατρίδες και τα ιστορικά έθνη σε μας γνωστά, είναι σχεδόν πάντα ιδρυμένα σε εδάφη-γαίες που δεν ήταν οι πρωταρχικές και σε κάθε περίπτωση, σε περιοχές πιο εκτεταμένες από τις αρχικές, διά μέσου κατακτήσεων και διαδικασιών ενσωμάτωσης και οργάνωσης, οι οποίες προϋποθέτουν την συνέχεια μίας πολιτικής εξουσίας, μίας βασιλικής αρχής και εξουσίας όπως επίσης την ενότητα μίας ομάδας ανθρώπων που μία κοινή ιδέα και μία κοινή πίστη κρατούσε ενωμένους, που αναζητούσαν έναν ίδιο σκοπό και υπάκουαν στον ίδιο εσωτερικό νόμο, που αντανακλούσε ένα ακριβές πολιτικό και κοινωνικό ιδανικό. Αυτή είναι η γεννήτρια αρχή και η βάση κάθε μεγάλου έθνους.

Ο πολιτικός πυρήνας ταιριάζει λοιπόν στο έθνος με την φυσική του έννοια, όπως η ψυχή σαν ενδελέχεια – η λέξη υπάρχει ελληνικά στο κείμενο – υπάρχει στο σώμα: Ο πολιτικός πυρήνας δίνει λοιπόν την μορφή στο έθνος, το κρατά ενωμένο, το ωθεί να λάβει μέρος σε μία ανώτερη ζωή. Με διαφορά σε αυτό μπορεί επίσης να λεχθή ότι το έθνος υπάρχει και εκτείνεται όπου επαναπαράγεται η ίδια “εσωτερική μορφή”, δηλαδή το χρίσμα, το αποτύπωμα που δόθηκε από την ανώτερη πολιτική δύναμη και απ’ αυτούς που είναι σε φορείς, χωρίς γεωγραφικά όρια, ακόμη περισσότερο ούτε και εθνικά σε στενή έννοια. Είναι έτσι που στην Αρχαία Ρώμη θα ήταν χωρίς νόημα να μιλήσουμε για ένα “έθνος”, με την σύγχρονη έννοια. Μπορούμε να μιλήσουμε για ένα “πνευματικό έθνος”, σαν μία ενότητα καθορισθείσα από τον “Ρωμαίο άνθρωπο”. Το ίδιο ισχύει για τα δημιουργήματα των Φράγκων, των Γερμανών, των Αράβων υπερασπιστών του Ισλάμ, χωρίς να θέλουμε να αναφερθούμε και σ’ άλλα παραδείγματα. Η πιο σημαντική περίπτωση παραμένει ίσως εκείνη του Πρωσσικού κράτους, που προέρχεται από μία τάξη (τυπική έκφραση μίας κοινωνίας ανθρώπων), την τάξη των Τευτόνων Ιπποτών, που μετά χρησίμευσε σαν σκελετός και “μορφή” στο Γερμανικό Reich. Μόνον όταν η ένταση χαλαρώνει και η ομάδα των ανθρώπων που συγκεντρώνεται γύρω, από το σύμβολο το εξυψωμένο της ταυτότητας και της εξουσίας, αδυνατίζει και διαλύεται μόνον τότε αυτό που είναι μόνο αποτέλεσμα και οντότητα “σχηματισμένη” – το έθνος – μπορεί να αυτονομηθεί και να αποχωρισθεί μέχρι σχεδόν να αποκτήσει φαινομενικά, ανεξάρτητη ζωή.

Και έτσι είναι πλέον η έννοια του έθνους, ξεκινώντας από την Γαλλική Επανάσταση και μετά. Είναι σχεδόν το δημιούργημα που θέλει να επιβληθεί στον Δημιουργό του, όταν κινούμενο πλέον προς αυτήν την κατεύθυνση, ουδεμία πλέον ανισότητα αναγνωρίζεται που να μην εκπροσωπεί και να αντανακλά την “θέληση του Έθνους”. Από την πολιτική τάξη εννοούμενη σαν τάξη και “κοινωνία ανθρώπων”, περνάμε τότε στους δημαγωγούς ή στους υπηρέτες του “Έθνους”, στους δημοκρατικούς διευθύνοντες που υποτίθεται ότι “εκπροσωπούν” τον λαό και με το να τον κολακεύουν και με κατάλληλες κινήσεις εσωτερικής πολιτικής και οχυρώνουν την μία ή την άλλη θέση εξουσίας. Της καταδειχθήσας οπισθοδρομήσεως είναι λοιπόν φυσική, μοιραία συνέπεια η ελαφρότητα, μα πάνω από όλα η κακή ποιότητα αυτών που στις ημέρες μας συνθέτουν την έτσι λεγόμενη “πολιτική τάξη”. Δικαίως ελέχθη (από τον V. Pareto – Σύγγραμμα γενικής κοινωνιολογίας”, Atema 1973 παρ. 1713) ότι σε προηγούμενους καιρούς, δεν υπήρχε άρχοντας τόσο απόλυτος που εναντίον του να μην μπορούσε να ξεσηκωθεί η αντιπολίτευση των ευγενών ή του κλήρου, ενώ σήμερα κανείς δεν είναι σε θέση να ελέγξει τον “λαό” και να μην πιστεύει στο έθνος και ακόμη περισσότερο να τους αντισταθή φανερά. Αυτό όμως, δεν εμποδίζει αυτούς (τους πολιτικούς) να “εμπαίζουν” τον λαό, να τον εξαπατούν και να τον εκμεταλλεύονται, όπως ήδη έπραξαν οι “δημαγωγοί” των Αθηνών και όπως σε καιρούς όχι τόσο μακρυνούς, οι υπηρέτες της βασιλικής αυλής συνήθιζαν να πράττουν με βασιλείς εκφυλισμένους και ανίκανους. Και αυτό διότι ποτέ ο Δήμος (ελληνικά στο κείμενο), εκ φύσεως γένους θηλυκού, δεν θα έχει μία δική του καθαρή βούληση.

Αξίζει τώρα να προσθέσουμε την παρατήση, ότι το ίδιο σύστημα το σταθεροποιημένο πλέον στην Δύση με την έλευση των Δημοκρατικών (εκείνο το πλειοψηφικό με γενικές εκλογές) – επιβάλλει εξ’ αρχής την υποβάθμιση της άρχουσας τάξης. Πράγματι, η πλειοψηφία, ελεύθερη από οποιονδήποτε περιορισμό και ποιοτικό έλεγχο, δεν μπορεί παρά να βρίσκεται από την πλευρά των πιο χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων, για να προσελκύση την συμπάθειά τους, το σύστημα, και για να έλθουν στην εξουσία από τις ψήφους των οι αντιπρόσωποι του, θα χρειάζεται να μιλά την γλώσσα, την μοναδική που πλέον αυτά τα κατώτερα στρώματα αντιλαμβάνονται, να θέτη σε πρώτο επίπεδο τα πρωτεύοντα συμφέροντα τους, που είναι φυσικά και τα πιο χονδροειδή, υλικά και απατηλά, υποσχόμενοι πάντοτε οι εκπρόσωποι του συστήματος και ποτέ απαιτώντας. Έτσι κάθε Δημοκρατία, είναι και από την ίδια της την έννοια, ένα σχολείο ανηθικότητας, μία προσβολή προς την αξιοπρέπεια, εσωτερική σταθερότητα και συμπεριφορά, τις πρέπουσες σε μία αληθινή πολιτική τάξη.

μετάφραση Κωνσταντίνος Κίτσιος

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *