σχόλιο πάνω στους «Προσανατολισμούς» του Ιουλίου Έβολα  α’ μέρος

Αρκετή κριτική θα μπορούσε να κάνει κάποιος στην σκέψη του Έβολα, πολλές διαφωνίες να εντοπίσει. Σε έναν άνθρωπο που στοχαζόταν πολιτικά, αλλά που δεν ήθελε να εννοήσει τον εαυτό του ως «πολιτικό στοχαστή». Ας δούμε όμως από πιο κοντά ένα έργο του που γράφτηκε για να μιλήσει στην σκέψη και την πολιτική δράση των νεολαίων της εποχή του, άρα ένα κείμενο καθεαυτό «πολιτικό».

Ο Έβολα, σκοπεύοντας να περιγράψει τον μεταπολεμικό κόσμο, ξεκινά με την επισήμανση ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για αισιοδοξία, μια τέτοια κρίση θα ήταν παραισθητική. Χρειάζεται ανδρεία- ας το σκεφτούμε- για να αποκλείσει κάποιος τέτοια αισθήματα, χρειάζεται να εργαστεί επάνω σε ένα σκληρό ρεαλισμό και πόσο μάλλον όταν ο σκοπός είναι, όχι μόνο να διατηρήσει τις αντοχές του, αλλά και να εξέλθει και δυνατότερος, νικητής. Χρειάζεται μια ευθύτητα εμπρός στο αδυσώπητο κοίταγμα του κόσμου και του εαυτού. Πολύ περισσότερο όταν προάγεται ως πρότυπο ζωής η υλική ευδαιμονία και η λογική της διαρκούς προόδου και εξέλιξης. Οι πολιτική δράση, ωστόσο, ακολουθεί ένα δικό της ανορθολογικό πεπρωμένο που δίνεται με την φράση « εμείς δεν μπορούμε να πράξουμε διαφορετικά, αυτός είναι ο δρόμος μας, αυτή είναι η ύπαρξή μας».

Ο Έβολα είναι σαφής: «βρισκόμαστε στο τέλος ενός κύκλου», «στο μέσον ενός κόσμου ερειπίων». Μπορούμε αλήθεια να συλλάβουμε σε όλο το βάθος και την έκτασή τους το νόημα αυτών των φράσεων; Τι σημαίνει ότι ζούμε ανάμεσα στα ερείπια; Τι σημαίνει για την συγκρότηση του εαυτού μας, για τις σχέσεις και την επικοινωνία των ανθρώπων, για την συμπεριφορά, τις συνήθειες και τις ατομικές εκδηλώσεις; Τι σημαίνει για τους θεσμούς και τον τρόπο άσκησης πολιτικής, για την αντίληψη της τέχνης και του Θεού, για την κοινωνική έκφραση;
Και η παραμικρή εξωτερική και εσωτερική κίνηση, ατομική και κοινωνική, είναι ταυτισμένη και επηρεάζεται από αυτό το μολυσμένο και μολυσματικό περιβάλλον που παραπαίει και αργοπεθαίνει. Ακόμα και όσοι λαμβάνουν αποστάσεις από το πνεύμα αυτού του κόσμου, ακόμα και εμείς οι ίδιοι, μετέχουν της παρακμής, βιώνουν την αλλοτρίωση, την γεύονται και συχνά την εκφράζουν ή την εγκολπώνονται.

Η αιτία της πτώσης ορίζεται από το ότι « ο Δυτικός άνθρωπος διέρρηξε τους δεσμούς με την παράδοση». Το ερώτημα τίθεται από τον συγγραφέα: άραγε υπάρχουν ακόμα άνθρωποι όρθιοι ανάμεσα σ’ αυτά τα ερείπια; Και τι πρέπει αυτοί να πράξουν;

Άγγελος Δημητρίου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *