του Άγγελου Δημητρίου

Αυτό που τελικά πέτυχε η «ευρωσκεπτικιστική» ρητορική στην Ευρώπη και στην Ελλάδα καθώς και η άνοδος των αντίστοιχων πολιτικών σχηματισμών, είναι η ορολογική ταύτιση εθνικισμού και δεξιάς, με μια απίσχναση των χαρακτηριστικών του πρώτου, η σύγχυση μεταξύ πατριωτισμού και ριζοσπαστικού εθνικισμού και η περιθωριοποίηση των εκφραστών του τελευταίου.

Ακόμα, ειδικότερα έγινε φανερό στην Ελλάδα, με την σημαντική ενίσχυση της «κεντροδεξιάς παράταξης» στις ευρωεκλογές, ότι οι «δεξιοί- πατριώτες» προτίμησαν να ψηφίσουν αντί των απομιμήσεων «σκληροπυρηνικών», το πρωτότυπο κόμμα, εφόσον αυτό έχει δυνατότητα να λάβει την εξουσία. Όλη η λογική και η ρητορική περί «δεξιάς-πατριωτισμού-συντηρητισμού» δεν ωφέλησε παρά το κόμμα της ΝΔ.
Επετεύχθη λοιπόν μια νίκη του φιλελευθερισμού. Άρα μια νίκη της ιδεολογίας της απάνθρωπης ελεύθερης αγοράς, των κεφαλαιοκρατών και του αυτονομημένου χρηματοπιστωτικού συστήματος, των αντιλαϊκών αποφάσεων. Θα ήταν πλεονασμός να μιλήσουμε κατ’ αντιπαράθεση, για τον κοινωνικό και λαϊκό ρολό του ριζοσπαστικού εθνικισμού και τον ιδεολογικό αποκλεισμό από αυτόν, της φιλελεύθερης λογικής.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, εδώ στην Ελλάδα, της συγγένειας και αλληλοεπικάλυψης «συντηρητισμού» και φιλελευθερισμού, ήταν η υποψηφιότητα γνωστού στον «χώρο» αυτοαποκαλούμενου συντηρητικού, στο ψηφοδέλτιο του νεοφιλελεύθερου Θάνου Τζήμερου.
Μπορεί ορισμένοι «εθνικά σκεπτόμενοι» πολίτες να είναι ικανοποιημένοι με τις επιτυχίες των «ευρωσκεπτικιστών», να αρκούνται σε λεκτικές καταδίκες της παράνομης μετανάστευσης και των ελίτ, ωστόσο είναι αυτές οι δεξιές και ακροδεξιές φιλελεύθερες δυνάμεις που ουσιαστικά υποστηρίζουν τα φαινόμενα αυτά με τον ιδεολογικό οπλισμό τους, ενώ από την άλλη χρησιμοποιούν μια λαϊκιστική επίκληση του πατριωτισμού.
Με λίγα λόγια, τίποτα το καινούριο και αναθεωρητικό δεν κυοφορείται από τους ευρωσκεπτικιστές, τους δημοκράτες πατριώτες, τους φιλελεύθερους συντηρητικούς, τους δεξιούς και ακροδεξιούς λαϊκιστές.
Αντίθετα, η προώθηση αυτής της ρητορικής από το σύστημα, εξυπηρετεί την υπονόμευση των ριζοσπαστικών φωνών. Το κακό δεν ξεκίνησε σήμερα. Η παρεμβολή της αστικής δεξιάς στον χώρο του επαναστατικού εθνικισμού είναι μια παλιά ιστορία και δυστυχώς, χαμένος είναι πάντα ο τελευταίος.
Φοβικοί και ενοχικοί, αντιφασίστες και μοντερνιστές, αμοραλιστές και καιροσκόποι, οι δεξιοί συντηρητικοί που πλαγιοκοπούν εντέχνως τις δυνάμεις των εθνικιστών, αργά ή γρήγορα πρέπει να απομονωθούν εάν θέλουμε να δημιουργήσουμε τελικά ένα υγιές κίνημα και να φέρουμε τις μάζες σε κοινωνία με τις ιδέες μας.

Είναι φανερό ότι οι «ευρωσκεπτικιστική» τάση είναι ισχυρότερη από τις ακραιφνώς εθνικιστικές φωνές. Έτσι μια άλλη οδός που θα μπορούσε να ακολουθηθεί, είναι η αντιστροφή του τρόπου με τον οποίο αναπτύσσονται οι συσχετισμοί. Δηλαδή αντί οι «ευρωσκεπτικιστές» να εκμεταλλεύονται τις θέσεις των εθνικιστών για δικά τους οφέλη και να τους απορροφούν, όπως γίνεται μέχρι σήμερα, οι ίδιοι οι εθνικιστές να εκμεταλλευτούν την σχετική πατριωτική άνοδο και να επιδιώξουν μια αυτόνομη και διακριτή έκφραση, είτε ως κόμματα είτε ως ρεύματα σκέψης. Αυτή η αντιστροφή των όρων όμως, είναι αμφίβολο κατά πόσον είναι δυνατόν να πραγματωθεί.
Όπως και να ‘χει, επιτέλους ας πάψουμε ο καθένας από τους εθνικιστές ξεχωριστά, τον ιδεολογικό και πολιτικό συγχρωτισμό με τους δεξιούς και τους φιλελεύθερους.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *