γράφει ο N. Αγαπηνός

Μετά την αποτυχία της Εαρινής Επιθέσεως εναντίον της Ελλάδος, ο Μουσολίνι βρέθηκε σε δεινή θέση. Συγχρόνως η παρουσία στην Ελλάδα Αγγλικών στρατευμάτων, αλλά και η ήττα της Ιταλίας οδήγησαν τον ηγέτη της Γερμανίας Αδόλφο Χίτλερ, προκειμένου να προστατεύσει το υπογάστριο του στη νοτιοανατολική Ευρώπη, να αποφασίσει τη Βαλκανική εκστρατεία, ενώ συγχρόνως επεξεργαζόταν το σχέδιο «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα». Την επικείμενη δηλαδή επίθεση εναντίον της ΕΣΣΔ.

Οδεύοντας προς την συνθηκολόγηση
Η εισβολή εναντίον της Ελλάδος εκτελέστηκε με δύο επιχειρήσεις. Την επιχείρηση «Μαρίτα» που αφορούσε επιχειρήσεις στην ηπειρωτική Ελλάδα και την επιχείρηση «Ερμής», που αφορούσε αερο-απόβαση στην Κρήτη. Στις 6 Απριλίου 1941ξεκινά η επίθεση εναντίον της Ελλάδος. Από εκείνη την ημέρα και μετά ακολουθεί σειρά μοιραίων γεγονότων για την πατρίδα μας.
Στην Αθήνα στις 18 Απριλίου 1941 αυτοκτονεί ο Πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής, ο οποίος είχε διαδεχθεί τον Ιωάννη Μεταξά αμέσως μετά το θάνατό του. Η αυτοκτονία Κορυζή συγκλόνισε όχι μόνο την Ελληνική κοινωνία αλλά και την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Ελλάδος.
Στις 21 Απριλίου 1941 ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ καλεί και ορκίζει πρωθυπουργό της χώρας τον Εμμανουήλ Τσουδερό. Βλέποντας ο Γεώργιος Β΄ την τροπή του πολέμου και την επερχόμενη νίκη των Γερμανικών στρατευμάτων, αποφασίζει μαζί με την κυβέρνηση του την αναχώρηση τους από την Αθήνα. Με την προτροπή του πρέσβη της Αγγλίας τους ακολουθεί και η διοίκηση της Τραπέζης της Ελλάδος. Από τις αρχές Απριλίου του ‘41 και ενώ διαγράφεται η ήττα των Ελληνικών δυνάμεων που υποστηρίζονται από βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις, η διοίκηση της Τραπέζης της Ελλάδος λαμβάνει εντολή να ξεκινήσει προετοιμασίες και να ακολουθήσει την κυβέρνηση με τα αποθεματικά της σε χρυσό, προς Ελληνικά εδάφη που ακόμη δεν είχαν καταληφθεί.

Η διαδρομή του χρυσού της Ελλάδας που ακολουθεί μετά το ‘41 είναι αρκετά περίεργη και κάποτε χάνονται τα ίχνη του, χωρίς μέχρι σήμερα να αναζητηθούν ευθύνες.

Η πορεία του χρυσού προς την Κρήτη
Από την πλευρά της Τραπέζης ακολούθησαν τον Γεώργιο Β΄ και την κυβέρνηση οι Διοικητές Κ. Βαρβαρέσος και Γ. Μαντζαβίνος. Επίσης και οι ανώτεροι υπάλληλοι Μίνο Λεβή, Σωκράτης Κοσμίδης και Αριστείδης Λαζαρίδης. Η διοίκηση της τραπέζης είχε προνοήσει ο χρυσός να μεταφερθεί στην Κρήτη. Η ποσότητα του σε ουγκιές ήταν 610.796 και 431/000 ενώ το βάρος του ήταν 17,4 τόνοι ενώ άλλες πληροφορίες ανεβάζουν το βάρος του σε 18,86 τόνους. Τη μεταφορά του γνώριζαν τρεις ή τέσσερις υπάλληλοι της τραπέζης. Τοποθετήθηκε σε ασφαλή κιβώτια ώστε να μη υπάρξει ιδιαίτερο πρόβλημα κατά τη μεταφορά στην Κρήτη. Αυτή την ανέλαβε το πολεμικό Ναυτικό. Είχε διαθέσει δυο αντιτορπιλικά, το «Βασίλισσα Όλγα» και το «Βασιλεύς Γεώργιος».
Ενώ μεταφέρεται ο χρυσός στην Κρήτη στις 22 Απριλίου αναχωρούν αεροπορικώς ο Γεώργιος Β΄ και ο πρωθυπουργός Ε. Τσουδερός. Η διοίκηση της τραπέζης αναχώρησε με το «Βασίλισσα Όλγα» οι δε ανώτεροι υπάλληλοι με άλλο οπλιταγωγό.
Η μετάβαση στην Κρήτη έγινε κάτω από αντίξοες συνθήκες καθώς δέχθηκαν βομβαρδισμούς από Γερμανικά καταδιωκτικά. Τελικά δίχως απώλειες αποβιβάζονται στη Σούδα. Από εκεί μεταφέρονται στα Χανιά. Η διοίκηση της τράπεζας εγκαταστάθηκε στο εκεί υποκατάστημα της ΤτΕ ενώ ο χρυσός τοποθετήθηκε στο θησαυροφυλάκιο του υποκαταστήματος. Η ασφάλεια του κτηρίου του υποκαταστήματος ενισχύθηκε σημαντικά για ευνόητους λόγους.
Κάποιες πηγές αναφέρουν ότι ο χρυσός μεταφέρθηκε στο Ηράκλειο και τοποθετήθηκε στο εκεί υποκατάστημα σε 314 επιμελώς συσκευασμένα κιβώτια. Όταν πλέον η επίθεση εναντίον της Κρήτης άρχισε να γίνεται ορατή, αποφασίζεται η μεταφορά του χρυσού στην Πραιτόρια όπου ήταν και η έδρα της Κεντρικής Τραπέζης της Νότιας Αφρικής. Ο Μίνο Λεβή και ο Αριστείδης Λαζαρίδης αναλαμβάνουν να μεταφέρουν τα αποθέματα του χρυσού της ΤτΕ με το Αγγλικό ρυμουλκό πλοίο «Σαλβύα» στη Σούδα.

Στο «Χρονικό της Τραπέζης της Ελλάδος», ο Ηλίας Βενέζης παρέχει σημαντικές πληροφορίες
για την πορεία του χρυσού αυτήν την ταραγμένη περίοδο.

Από την Κρήτη στην Πραιτόρια της Ν. Αφρικής
Φτάνοντας στη Σούδα το Αγγλικό πλοίο κάτω από σφοδρούς βομβαρδισμούς των Γερμανικών καταδιωκτικών μεταφορτώθηκε στο βρετανικό καταδρομικό «Διδώ» (Dido). Κατά τη μεταφορά του χρυσού, που προσπαθούσαν να τον μεταφέρουν όσο το δυνατό γρηγορότερα, ένα κιβώτιο έπεσε γεμίζοντας το κατάστρωμα με χρυσές λίρες. Το πλοίο αμέσως ξεκινά το ταξίδι του για τον πρώτο σταθμό της μεταφοράς, που ήταν η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.
Εν τω μεταξύ ο Βρετανός καπετάνιος του πλοίου διατάζει να μαζευτούν όλες οι χρυσές λίρες που είχαν σκορπίσει στο κατάστρωμα του πλοίου. Εκτός από μία βρέθηκαν όλες οι άλλες και τοποθετήθηκαν με νέα συσκευασία μαζί με τα άλλα κιβώτια. Η διήγησης του Γ. Ματζαβίνου αναφέρει ότι η ζημιά έγινε στο κύτος του πλοίου. Ίσως είναι και η πλέον σωστή αφού ήταν αυτόπτης μάρτυς της μεταφοράς. Μετά από λίγες ημέρες ο Γεώργιος Β΄ και ο Διοικητής της ΤτΕ με άλλο αντιτορπιλικό μεταφέρονται και αυτοί από την Κρήτη στην Αλεξάνδρεια.
Στο σημείο αυτό μεταφέρουμε απόσπασμα από την αφήγηση του Διοικητού της τραπέζης Γ. Ματζαβίνου: «Πάλιν υπό συνεχή συναγερμόν και βοβαρδισμόν των στούκας, ο χρυσός μετεφορτώθη εις το καταδρομικόν με την βοήθειαν και των Αγγλων ναυτών. Πλάι εις το Διδώ που τα πυροβόλα της διαρκώς έβαλλαν, ήρχισε βληθέν να καίεται ένα Δανικόν πλοίον. Όλη αυτή η εργασία εγίνετο με απιστεύτως νευρικόν ρυθμόν, διότι ο Αγγλος κυβερνήτης φοβούμενος δια το πλοίον του, εβιάζετο να το θέση σε κίνησιν και υπήρχε κίνδυνος ένα μέρος του πολυτίμου φορτίου, καθώς μετεφορτώνετο να πέσει εις την θάλλασσαν. Ευτυχώς η μεταφορά έγινεν εις τα κύτη του «Διδώ» χωρίς καμίαν ζημίαν. Μόνον ένα κιβώτιον, ενώ μετεφέρετο εις το κύτος του καταδρομικού, έσπασε και το κύτος εγέμισεν από χρυσάς λίρας. Αυτό ανησύχησε πολύ τον Άγγλο κυβερνήτην και διέταξε ένα συνεργείον ναυτών, ενώ το «Διδώ» έπλεε προς Αλεξάνδρειαν, να μαζέψει τας χρυσάς λίρας. Όλαι αι λίραι ευρέθησαν εκτός μίας»(Ηλία Βενέζη: “Χρονικόν της Τραπέζης της Ελλάδος” Αθήνα 1955, σελ 246)
Η Ελληνική Κυβέρνηση και η Διοίκηση της τραπέζης εγκαθίστανται στην Αλεξάνδρεια και ο χρυσός τοποθετείται στο εκεί υποκατάστημα της Εθνικής Τραπέζης της Αιγύπτου. Αργότερα σε ένα μήνα περίπου η Διοίκηση της ΤτΕ μεταφέρεται στο Κάιρο και εκεί με τη βοήθεια των συμμάχων σχεδιάζουν τη μεταφορά του χρυσού μέσω της διώρυγας του Σουέζ στην Πραιτόρια της Ν. Αφρικής. Εν τω μεταξύ όταν η Διοίκηση της τραπέζης ζήτησε ο χρυσός να μεταφερθεί από την Αλεξάνδρεια στο Κάιρο, η τράπεζα της Αιγύπτου αρνήθηκε. Τελικά το θέμα διευθετήθηκε με την παρέμβαση τους Βασιλέως Γεωργίου Β΄. Αμέσως τα κιβώτια φορτώνονται σε καμιόνια και με τη συνοδεία αρμάτων, μέσω της ερήμου, φτάνουν στο Σουέζ. Εκεί μεταφορτώνονται σε ένα εμπορικό πλοίο που είχαν επιτάξει και με τη συνοδεία του Α. Λαζαρίδη αναχωρούν για το Ντουρμάν της Ν. Αφρικής.
Από εκεί τα κιβώτια με τον χρυσό φορτώνονται σε αμαξοστοιχία που παραχώρησε ο στρατάρχης Γιαν Σματς και μεταφέρονται στο Γκέρμιστον του Τρανσβαάλ. Φτάνοντας εκεί τα κιβώτια ανοίγονται για να γίνει η καταμέτρηση του χρυσού και η μετατροπή τους σε ράβδους με κανονισμένο βαθμό καθαρότητας. Ο χρυσός μετά την μετατροπή του σε ράβδους τελικά είχε βάρος σε ουγκιές 608.350 και 790/000. Την γενική επίβλεψη όλης της διαδικασίας είχε η South Africa Reserve Bank η οποία μετά την ολοκλήρωση της καταμετρήσεως τοποθέτησε τους ράβδους στα θησαυροφυλάκια της, στην Πραιτόρια. Φυσικά λόγω των μέτρων ασφάλεια που είχαν ληφθεί κατά την μεταφορά του χρυσού, τα έξοδα μεταφορά και τήξης ήταν ελάχιστα. Συγκεκριμένα η κυβέρνηση κατόρθωσε να γλυτώσει ασφάλιστρα ύψους 500.000 λιρών.

Ο Βασιλεύς Γεώργίος Β’ φέρει ευθύνες
για την μεταφορά του ελληνικού χρυσού
εκείνης της περιόδου.

Φυσικά ουδεμία πληροφορία υπάρχει εάν ο συγκεκριμένος χρυσός επεστράφη μετά τη λήξη του πολέμου ή ακόμη βρίσκεται στην Πραιτόρια, ή έχει μεταφερθεί αλλού. Σύμφωνα με την εφημερίδα Hoondelsblatt, παρουσιάζεται ως εξής η περιπέτεια της μεταφοράς του χρυσού.
Η Γερμανία επιτίθεται στην Ελλάδα και ο χρυσός συνολικού βάρους 18,86 τόνων μεταφέρεται στην Κρήτη. Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν την Κρήτη και ο χρυσός μεταφέρεται στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου με το βρετανικό καταδρομικό «Διδώ» (Dido). Από εκεί ο χρυσός μεταφέρεται στην Πραιτόρια για λόγους ασφαλείας προ του κινδύνου να καταληφθεί η Αίγυπτος από τον Ρόμελ. Από την Πραιτόρια ο χρυσός μεταφέρεται στην Τράπεζα της Αγγλίας στο Λονδίνο. Μετά την λήξη του πολέμου λέγεται ότι ο χρυσός μεταφέρθηκε στην Ελλάδα δίχως όμως να υπάρχουν επίσημες διαβεβαιώσεις.
Όταν πραγματοποιήθηκε η πρώτη γενική συνέλευσης των μετόχων της Τραπέζης της Ελλάδος μετά την απελευθέρωση στις 22 Νοεμβρίου 1947, ο Γεώργιος Μαντζαβίνος είπε προς τους μετόχους: «Οφείλω να εκφράσω ιδιαιτέρως και από της αιθούσης ταύτης την ευγνωμοσύνην του Ιδρύματος τόσον στην ανωτέρω τράπεζα (της Ν. Αφρικής), όσον και προς τον υπέροχον Κυβέρνητην της Ν. Αφρικής Στρατάρχη Σμάτς διά την βοήθειαν την οποία μας παρέσχον και την πραγματικώς ιπποτικήν φιλοξενίαν του τελευταίου, του οποίου τα φιλελληνικά αισθήματα, εδόθη εις το έθνος πλειστάκις, η ευκαιρία να εκτιμήσει».

Παρόλο που η ελληνική πλευρά
εμπιστεύτηκε τον Στατάρχη Μάτς,
οι Άγγλοι για μία ακόμη φορά
δεν στάθηκαν αξιόπιστοι.

Άλλες περιπέτειες της πορείας του χρυσού
Η ομιλία του Μαντζαβίνου στην γενική συνέλευση των μετόχων της Τραπέζης της Ελλάδος έδωσε την εντύπωση πως ο χρυσός βρισκόταν άθικτος στην τράπεζα της Ν. Αφρικής. Ο χρυσός είχε μεταφερθεί σε άλλη Ήπειρο και χώρα αλλά πουθενά δεν αναφέρεται πότε, που και αν όλη η ποσότητα ή μέρος αυτής… Το 1945- 1946 η Ελληνική κυβέρνηση ζήτησε από τους Άγγλους επιστροφή του χρυσού, η απάντηση ήταν ότι ο χρυσός κάλυψε τις δαπάνες του Ελληνικού στρατού στην Μέση Ανατολή. Με την από 9 Μαρτίου 1942 συμφωνία μεταξύ της Ελληνικής κυβερνήσεως στο Λονδίνο και της βρετανικής, η δεύτερη αναλάμβανε όλες τις δαπάνες του Ελληνικού στρατού Μέσης Ανατολής. Το υπουργείο των Εξωτερικών, αλλά και η Τράπεζα της Ελλάδος οφείλουν μετά από τόσα χρόνια να δώσουν μία απάντηση και ίσως αποδειχθεί, στον προηγούμενο αιώνα, το μεγαλύτερο οικονομικό έγκλημα κατά του Ελληνικού λαού.
Γεώργιος Θ. Κωστής
«Στην κορυφή της δόξας»

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *