Το 1976 ο Duprat δημοσίευσε στην Γαλλία, το «Le Manifeste Nationaliste – Rèvolutionnaire». Ένα μανιφέστο που αποτελεί εγχειρίδιο και οδηγό ιδεών και σκέψεων για τα εθνικοεπαναστατικά κινήματα σε όλη την Ευρώπη. Μελετώντας το παρακάτω κείμενο, βλέπουμε ότι γράφτηκε για την Γαλλία αλλά ταυτόχρονα εφαρμόζεται στο κάθε ευρωπαϊκό έθνος. Είναι κάτι σαν οδηγός λοιπόν. Με αυτό κλείνουμε το αφιέρωμα με μια πολύ σημαντική προσωπικότητα του ευρωπαϊκού ριζοσπαστικού εθνικισμού, που άφησε μια μεγάλη πνευματική κληρονομιά:

Ο επαναστατικός εθνικισμός αντιπροσωπεύει μια προσπάθεια ανάληψης ευθύνης της τρέχουσας κρίσης στην Ευρώπη, στο επίπεδο μιας ριζικής αμφισβήτησης των αξιών της σημερινής κοινωνίας. Θεωρεί ως τον κεντρικό πυρήνα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων την ιδέα του έθνους που συλλαμβάνεται ως η οργανική ομαδοποίηση στοιχείων, τα οποία χωρίς αυτήν θα αντιπροσώπευαν μόνο ένα σύνολο χωρίς συνέπεια που διατρέχεται από καταστροφικές εντάσεις. Το οργανωμένο έθνος μπορεί να είναι μόνο ένα έθνος στο οποίο οι ταξικές διαφορές έχουν πραγματικά εξαλειφθεί, αφού αυτές οι διαφορές αυτόματα προϋποθέτουν επιβλαβείς εντάσεις για την εθνική αρμονία. Αυτές οι εντάσεις πρέπει να εξαλειφθούν από το κράτος, που πρέπει να είναι το κράτος όλου του λαού. Λαός που μπορεί να περιλαμβάνει όλους όσους συμβάλλουν στην εθνική ανάπτυξη, χωρίς κερδοσκόπους, παράσιτα και εκπροσώπους ξένων συμφερόντων. Ο επαναστατικός εθνικισμός βλέπει τη Γαλλία ως ένα αποικισμένο έθνος που χρειάζεται επειγόντως να αποαποικιοποιηθεί. Οι Γάλλοι πιστεύουν ότι είναι ελεύθεροι ενώ είναι θύματα ξένων λόμπι που τους εκμεταλλεύονται χάρη στη συνενοχή ενός μέρους των κυρίαρχων τάξεων στους οποίους τα λόμπι ρίχνουν τα υπολείμματα του εκάστοτε κόμματός του οποίου ανήκουν

Εφόσον οι Γάλλοι δεν είναι οι πραγματικοί κύριοι της πατρίδας τους, η παραδοσιακή διάκριση που κάνουν οι εθνικιστές μεταξύ ενός διεθνούς «καλού καπιταλισμού» και ενός διεθνούς «κακού καπιταλισμού», είναι μια απλή απάτη. Ο καπιταλισμός στη Γαλλία δεν μπορεί παρά να είναι ένα όργανο στα χέρια των αληθινών κυρίων του έθνους. Επομένως οι επαναστάτες εθνικιστές δεν μπορούν να δεχτούν μια οικονομική φόρμουλα εντελώς αντίθετη από τις κύριες εθνικές τους φιλοδοξίες. Ο καπιταλισμός είναι μια οικονομική φόρμουλα που συνεπάγεται τη σκλαβιά του έθνους μας.Το έθνος πρέπει να ανακτήσει τον έλεγχο της οικονομικής ζωής και ιδιαίτερα των τομέων όπου τα ξένα συμφέροντα είναι πιο ισχυρά. Οι τράπεζες, οι κορυφαίοι οικονομικοί κλάδοι, τα κέντρα έρευνας και διανομής πρέπει να ανακτηθούν από τον γαλλικό λαό. Η ψευδο-ιερή αρχή της ιδιωτικής ιδιοκτησίας δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, αφού τα παράνομα αποκτηθέντα αγαθά δεν πρέπει ούτε να γίνονται σεβαστά ούτε να αποζημιώνονται.

Η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων που ανακτώνται από το έθνος πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τεχνικές που διασφαλίζουν την ανάκτησή τους από το έθνος με την πάροδο του χρόνου και την ορθολογική χρήση τους. Η καλύτερη φόρμουλα θα ήταν πιθανώς αυτή του ευέλικτου ελέγχου από το κράτος και της παράδοσης στο κοινό με τη μορφή δωρεάς ή πώλησης σε χαμηλή τιμή μετοχών οι οποίες αντιπροσωπεύουν το κεφάλαιο που αποτελείται από τα περιουσιακά στοιχεία που επιστράφηκαν στην εθνική κοινότητα. Η ανάκαμψη της οικονομίας μας θα επιτρέψει την ανάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας, αφού τα εκμεταλλευτικά στοιχεία που στερούνται κάθε πηγή εμπλουτισμού, δεν θα έχουν πλέον κανένα λόγο να παραμείνουν στην εθνική επικράτεια. Πρέπει λοιπόν να θεωρήσουμε ότι το πρόγραμμά μας για την πολιτική και κοινωνική απελευθέρωση του λαού μας περνά μέσα από την υιοθέτηση μιας κοινοτικής οικονομίας στο επίπεδο των μέσων παραγωγής. Τα μέσα παραγωγής βρίσκονται σήμερα σε μεγάλο βαθμό, άμεσα ή έμμεσα, στα χέρια ξένων συμφερόντων. Τώρα η κατοχή αυτών των μέσων αντιπροσωπεύει τη δυνατότητα εκμετάλλευσης της δουλειάς του λαού μας, μιας απόκτησης νέων πλούτων για τους εκμεταλλευτές που κάνουν ασφαλέστερη την αλλοδαπή παραβίαση.

Η ανάκτηση του εθνικού πλούτου πρέπει να συμβαδίζει με το τέλος του ξένου πολιτιστικού εμποτισμού στους κόλπους της εκπολιτιστικής μας σφαίρας. Πρέπει να αποκαταστήσουμε την εθνική μας παράδοση, να τιμήσουμε και να απορρίψουμε τις εξωτερικές συνεισφορές που είναι η άρνησή της ή ένας παράγοντας αποδυνάμωσής της, αποκαθιστώντας στον λαό μας ένα έργο στο βαθμό της ιστορικής του μοίρας. Αυτό το καθήκον μπορεί να είναι μόνο η κατασκευή ενός πολιτικοοικονομικού συστήματος ικανού να χρησιμεύσει ως πρότυπο για τα έθνη που πρέπει να αντιμετωπίσουν το ίδιο πρόβλημα, αυτό της εσωτερικής απελευθέρωσης από μια κυρίαρχη ξένη επιρροή.

Όπως επιδιώκουν οι επαναστάτες εθνικιστές, αποκαθιστώντας στον λαό μας τη θέληση για αγώνα και νίκη, θα δοθεί το σήμα της εθνικής αναγέννησης της Πατρίδας. Η ένδοξη ιστορία του έθνους μας βασιζόταν πάντα σε μια αποφασιστική βούληση για να ζήσουμε ελεύθεροι. Αποκαθιστώντας αυτό το αιωνόβιο δικαίωμα και κληρονομιά, θα βάλουμε ένα τέλος σε αυτή τη διαδικασία «πολιτιστικής και βιολογικής γενοκτονίας» που στοχεύει στην καταστροφή του λαού μας και της οργάνωσής του ως συνεκτικής και ενωμένης οντότητας. Η προθυμία μας να απελευθερώσουμε τον λαό μας λαμβάνει χώρα σε ένα ευρύτερο όραμα της ιστορίας, ένα όραμα που βρίσκεται κάτω από τις θεμελιώδεις ιδεολογικές μας αντιλήψεις. Για εμάς τους επαναστάτες εθνικιστές η ιστορία βασίζεται στον ανταγωνισμό μεταξύ των λαών, οι οποίοι ενεργούν δίκαια όταν προσπαθούν να διατηρήσουν την πρωτοτυπία τους σε όλους τους τομείς, τόσο σε εθνικό όσο και σε πολιτιστικό και πολιτικό επίπεδο.

Ότι αντιτίθεται σε αυτήν την πρωτοτυπία στοχεύει ουσιαστικά στην καταστροφή της ίδιας της μηχανής της ιστορίας και συνιστά μια θεμελιωδώς αντιδραστική και αντιλαϊκή στάση. Ο άνθρωπος δεν θα μπορούσε ποτέ να είχε προχωρήσει χωρίς να καλλιεργήσει μια θεμελιωδώς μιμητική στάση απέναντι στους συνανθρώπους του και οι αγώνες μεταξύ ομάδων, εθνικών και μη, στρατιωτικών και ειρηνικών, ήταν πάντα η πραγματική μηχανή της ιστορίας. Η ανεξαρτησία των ανθρώπινων ομάδων έχει κωδικοποιηθεί, εδώ και εκατοντάδες χρόνια σε μια παγκόσμια πλέον μορφή, αυτή του εθνικού κράτους. Αντίθετα οι προσπάθειες οικοδόμησης αυτοκρατοριών βυθίζονται στο αίμα όπως η σοβιετική αυτοκρατορία στο παρελθόν και η αμερικανική και η κινεζική σήμερα, αντιπροσωπεύουν πραγματικές «φυλακές λαών» και διάλυση της ατομικής ελευθερίας και προσωπικότητας προορισμένες, αργά ή γρήγορα, να θρυμματιστούν.

Το Εθνικό Κράτος που αποτελεί την μηχανή της ιστορίας, πρέπει να είναι ομοιογενές και σε φυλετικό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο συνοχής και αμοιβαίας συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων συνιστωσών αυτής της ιστορικής ομαδοποίησης. Στοιχεία που απορρίπτουν μια τέτοια συνοχή δεν είναι ευπρόσδεκτα στο έθνος- κράτος και δεν πρέπει να έχουν την υλική δυνατότητα να αναπτύξουν την επιρροή και τη δύναμή τους εις βάρος της εθνικής κοινότητας. Η ιστορία μπορεί να έχει νόημα μόνο χάρη στη διατήρηση της εθνικής πραγματικότητας των λαών. Η οικονομική και πολιτιστική αποικιοκρατία που διανύουμε στοχεύει άμεσα στο να εμποδίσει το έθνος μας να διατηρήσει τα αυθεντικά χαρακτηριστικά του. Ο καλύτερος τρόπος ανάπτυξης του εθνικού δυναμικού έγκειται στη διατήρηση της ακεραιότητάς μας ως λαού και όσο υπάρχουν απειλές, αυτό το καθήκον θα είναι το κύριο για τους επαναστάτες εθνικιστές. Αυτή η ανησυχία όσον αφορά την εθνική προστασία δεν προκύπτει στο πλαίσιο κάποιας εχθρότητας προς άλλες εθνικές οντότητες. Αντίθετα πιστεύουμε ότι μια ανανεωμένη Γαλλία θα είχε ως στόχο να επηρεάσει και να βοηθήσει άλλα συγγενικά έθνη να κερδίσουν τη δική τους ανεξαρτησία.

Αυτό που επίσης πρέπει να πετύχουμε είναι μια αγωνιστική εξομοίωση με τους συμπολίτες μας. Η εξομοίωση, ένας παράγοντας προόδου, πρέπει να συμπληρώνεται από τη συνεργασία για να αποφευχθεί η συντριβή των αδύναμων από τους ισχυρούς, κάτι που είναι πάντα δυνατό. Από την άλλη πλευρά, η πραγματική λειτουργία του κράτους είναι να αντισταθμίζει τις αναπόφευκτες ανισότητες προκειμένου να διατηρήσει τη συνοχή της εθνικής ομάδας. Αυτός ο ρόλος του κράτους συνδέεται άμεσα με την ιδέα μας για το έθνος αφού το κράτος δεν είναι μόνο ο θεματοφύλακας της ανεξαρτησίας του έθνους, είναι και ο εγγυητής της συνοχής του. Το κράτος πρέπει απαραίτητα να έχει ευρείες εξουσίες και εκτεταμένα μέσα δράσης για την πραγματοποίηση των σκοπών του. Αλλά το κράτος πρέπει πραγματικά να είναι στην υπηρεσία του λαού και όχι στην αποκλειστική υπηρεσία των κυρίαρχων ομάδων. Πρέπει να είναι ο ρυθμιστής της εθνικής δραστηριότητας, επιδιώκοντας πρώτα από όλα να επιτρέψει την ελεύθερη ανάπτυξη του λαού μας. Για αυτό το κράτος πρέπει να πηγάζει απευθείας από το λαό και να ελέγχεται από το λαό. Ο λαός πρέπει να συνδέεται με το κράτος και τα κυβερνητικά του όργανα. Πρέπει να εγκαταλείψουμε το ελιτίστικο ψευδοδόγμα που θα ήθελε να αποδώσει την ηγεσία του κράτους σε αυτόνομες ελίτ.

Το λαϊκό κράτος πρέπει να είναι ένα κράτος στο οποίο ο λαός ασκεί πλήρως τα πολιτικά του δικαιώματα.Εάν οι πολίτες του λαϊκού κράτους πρόκειται να συμμετέχουν πλήρως στη ζωή και την οργάνωση του, είναι επίσης επειδή απορρίπτουμε την τυπικά αντιδραστική αντίληψη που θα ήθελε να αντιμετωπίζει τους Γάλλους ως ανήλικους που δεν μπορούν να πάρουν θέση για τα μεγάλα προβλήματα της χώρας τους. Αυτό είναι σαφές ότι ο λαός μας πρέπει να πάρει τη μοίρα του στα χέρια του. Σε αυτή την προοπτική, οι επαναστάτες εθνικιστές είναι υπέρ μιας νέας πολιτικής αντίληψης του κράτους, δηλαδή μιας μορφής κράτους αυθεντικά λαϊκής και ισχυρής. Ισχυρής, γιατί το πολύ βαρύ έργο του μπορεί να εκτελεστεί με επιτυχία μόνο χάρη στα κυβερνητικά μέσα που επιτρέπουν στα ξένα συμφέροντα να συμβαδίζουν. Το Κράτος που συλλαμβάνεται σαν ιδέα με αυτόν τον τρόπο, είναι επομένως άμεσα συνδεδεμένο με το λαό. Σε αυτό το λαϊκό κράτος οι Γάλλοι θα έχουν την ευκαιρία να είναι κύριοι της μοίρας τους, ανακτώντας τον εθνικό τους πλούτο, τον οποίο τώρα έχουν χάσει. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορούν να καταλάβουν τι διακυβεύεται και θα μπορούν να υπερασπιστούν όσα έχουν ανακτήσει χάρη στην κοινή τους δράση.

Πώς μπορεί να επιτευχθεί η γέννηση του λαϊκού κράτους; Είναι βέβαιο ότι μια τέτοια βαθιά και ριζική ανατροπή δεν μπορεί να γίνει χωρίς πολλούς και βίαιους αγώνες. Όσοι εκμεταλλεύονται το έθνος δεν θα δεχτούν να στερηθούν τη λεία τους και την βόλεψή τους χωρίς να αμυνθούν με άγρια αποφασιστικότητα. Και αν νιώσουν πραγματικά ότι απειλούνται, δεν θα διστάσουν να πετάξουν τις «ανθρωπιστικές» τους αντιλήψεις στα σκουπίδια και να απαντήσουν με τρόμο. Επομένως ο πολιτικός αγώνας πρέπει να διεξαχθεί σε δύο επίπεδα. Πρώτα σε εκλογικό επίπεδο, ενημερώνοντας τον λαό για την απειλή που διατρέχει, προσπαθώντας να ομαδοποιήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερους συμπατριώτες μας γύρω από τα ζητήματά μας. Στο καθαρά πολιτικό αυτό επίπεδο χρειάζεται η συγκρότηση μιας οργάνωσης ικανής να αντιμετωπίσει την πρόκληση που αργά ή γρήγορα θα ξεκινήσει από τους εχθρούς του έθνους. Μια οργάνωση που θα έχει αληθινό πρόγραμμα και ιδέες, οι οποίες θα εφαρμόζονται ανάλογα με τις συνθήκες υπό τις οποίες θα υπάρχουν σε κάθε στιγμή. Μια οργάνωση με ενναλακτικές λύσεις που θα προσαρμόζονται για την αντιμετώπιση κρίσεων. Σε δεύτερο επίπεδο, τι άλλο από έναν αγώνα και πάνω απ’ όλα έναν ριζοσπαστικό επαναστατικό αγώνα, ο οποίος είναι πολύ σοβαρό θέμα. Αυτό μπορεί να διεξαχθεί μόνο στο πλαίσιο μιας πειθαρχημένης και δομημένης οργάνωσης με στρατιωτική αυστηρότητα και πειθαρχία. Πρέπει λοιπόν να διαχωρίσουμε το εθνικιστικό κίνημα, την επαναστατική οργάνωση, από το κόμμα που είναι επιφορτισμένο να εκπροσωπεί το ιδανικό μας ενώπιον του λαού. Αυτή η δράση δύο επιπέδων καθιστά δυνατό να πλαισιώσει σε κινήσεις που έχουν παρόμοιους στόχους, άτομα που δεν θα μπορούσαν να συνυπάρξουν σε μία μόνο κίνηση. Όποιος αποδέχεται πλήρως τις αρχές και τους στόχους του εθνικιστικού κινήματος, της επαναστατικής οργάνωσης και που επιθυμεί να μοιραστεί τα καθήκοντα και τους κινδύνους του, πρέπει να είναι και μέλος του. Όσοι από την άλλη δεν μπορούν να τις αποδεχτούν πέρα από ένα περισσότερο ή λιγότερο σημαντικό μέρος αυτών των αρχών, μπορούν να ενταχθούν στο κόμμα, στο οποίο αγωνίζονται για την υλοποίηση ενός ελάχιστου προγράμματος.

Σε αυτό λοιπόν το πολιτικό πλαίσιο, οι επαναστάτες εθνικιστές πρέπει να θεωρούν εχθρούς τις διάφορες οργανώσεις της αριστεράς αλλά σε ιδεολογικό επίπεδο εχθροί θεωρούνται κυρίως αυτές της Δεξιάς και της ακροδεξιάς. Η απόρριψη του οπορτουνισμού στον τομέα του δόγματος προφανώς δεν έχει καμία σχέση με τον καθαρό πολιτικό σεχταρισμό. Είναι βέβαιο ότι πρέπει να αντιδράσουμε ανάλογα με τις ανάγκες της στιγμής, χωρίς να αφήσουμε τον εαυτό μας να δεθεί εκ των προτέρων με κάτι που δεν έχει ουσιαστικό νόημα.

πηγή: Ο Σαμουράϊ της Δύσης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *