Αυτό το βιβλίο – ποίημα – διαθήκη (σε μετάφραση στα ελληνικά από τον Κωνσταντίνο Μποβιάτσο) είδε το φως για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1964 με τον τίτλο “Les Ames qui Brulent”. Τα αποσπάσματα του έργου αυτού είναι ενδεικτικά του μηνύματος που ήθελε να δώσει ο Léon Degrelle, ειδικά στις νέες γενιές, που γνώριζαν ελάχιστα και αγνόησαν πολλά από τα κρίσιμα γεγονότα του περασμένου αιώνα. Γεγονότα τα οποία κάποιοι ακόμα ονειρευόντουσαν και με τον τρόπο τους πολέμησαν για έναν διαφορετικό κόσμο. Αυτό το βιβλίο είναι μια πρόσκληση να μη χαθούμε παρά τις δυσκολίες, τις πιέσεις της ζωής και τους δεσμούς εξουσίας. Ένα περήφανο τραγούδι ύπαρξης, μια υπενθύμιση του να είσαι πάντα εκεί και να παραμένεις πάντα παρών.

Και ο Degrelle ήταν πάντα εκεί για τα αδέρφια, τους συμπατριώτες του και όλους τους άλλους, για μια ιδέα που έβλεπε πέρα από τις συμμαχίες και τις ισορροπίες εκείνης της εποχής του πολέμου, για μια Ευρώπη που θεωρούνταν ελεύθερη από περιορισμούς ή ηγεμονίες, οποιουδήποτε τύπου και οποιουδήποτε χρώματος. Φυσικά επέλεξε και διάλεξε μια ηττημένη συμμαχία και το επέλεξε καλοπροαίρετα και με πίστη, νομίζοντας ότι ήταν το μόνο δυνατό, να απελευθερωθεί από την αστική και πολιτική βαρβαρότητα που κυβέρνησε κουρασμένα την ήπειρό του και την πατρίδα του, μια Ευρώπη που σχημάτιζε συμμαχία με την ακόμη πιο μίζερη και αδαή βαρβαρότητα, τις Η.Π.Α. του ελευθεροκτόνου φιλελευθερισμού. Ταυτόχρονα έβλεπε την άλλη βαρβαρότητα, τον Ρωσικό μπολσεβικισμό, άγριο και ισοπεδωτικό, να ετοιμάζεται να καταβροχθίσει την Ευρώπη.

Κανείς από αυτούς επομένως, δεν θα έπρεπε να μας διδάξει τον δρόμο σχεδόν προβλέποντας την επικείμενη ηγεμονία των δύο μπλοκ στη Δύση, την Ανατολή και σε ολόκληρο τον πλανήτη. Πώς μπορείς να τον κατηγορήσεις εκ των υστέρων; Τα αποτελέσματα είναι εκεί για να τα δουν όλοι, ακόμα και εκείνοι που τους έχουν δεμένα τα μάτια και μπουκωμένα τα μυαλά, από την βίαιη προπαγάνδα. Αυτό που μένει όμως, στον χρόνο και παρά τον χρόνο, στην ιστορία και παρά την ιστορία, είναι τα λόγια που μας άφησε! Είτε συμφωνούμε είτε όχι, τα λόγια του στρατηγού Degrelle έρχονται κατευθείαν από Ψηλά και πηγαίνουν Ψηλά, για να μας επιστρέψουν ως ηχώ, σαν μια ζωντανή πρόσκληση να μην τα παρατήσουμε ποτέ, να είμαστε καθαροί σαν τη νεότητα ενός παιδιού. Διότι πρέπει να κοιτάξουμε στα μούτρα αυτό το τέρας, αυτό το παμφάγο χταπόδι της εποχής μας, που έχει εξαφανίσει τα πάντα και κυρίως τις ψυχές μας.

Η αρετή λοιπόν γίνεται καρπός μιας αργής κατάκτησης, μιας προοδευτικής προσέγγισης της ιερότητας, στο να πολεμάς τον «Αφέντη του κόσμου». Εκεί όπου ο άνθρωπος ανακαλύπτει την πληρότητα του της ανθρωπιάς του, μια ευτυχής σύνθεση ψυχής και σώματος, η χαρά του να κυριαρχεί κανείς στις επιθυμίες και τα ευτελή πάθη του, η ανακατάκτηση μιας πάντα θετικής προοπτικής. Η πολιτική μάχη ενάντια στον «αφέντη του κόσμου» γίνεται λοιπόν μια συνεχής και ηθική ανόρθωση, ένας Ιερός Σκοπός στον οποίο «μια χούφτα ηρώων και αγίων αγωνίζονται προς την Reconquista του κόσμου, ξεκινώντας από τη δική τους εσωτερική ανακατάκτηση».

Και είθε αυτές οι σελίδες να μας δώσουν θάρρος έχοντας πάντα στην καρδιά μας τα λόγια του στρατηγού: «Και η μοίρα να μας βρίσκει πάντα άξιους και δυνατούς».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *