Αφορμή για το συγκεκριμένο κείμενο αποτελεί η συμπλήρωση σήμερα, 1η Μαΐου 2024, 19 ετών από τον θάνατο ενός Εκλεκτού Συντρόφου και Φίλου, του Μαρίνου Χατζηκυριάκου, ύστερα από τροχαίο ατύχημα (ήταν συνεπιβάτης στο πίσω κάθισμα). Η στιγμή θανάτου συνέπιπτε χρονικά με το μεταίχμιο ανάμεσα στην Ανάσταση του Μεγάλου Σαββάτου και την Κυριακή της Λαμπρής. Η επετειακή ενθύμηση του τραγικού γεγονότος του χαμού του Μαρίνου με ώθησε στο να σκεφτώ κάποια πράγματα γύρω από την έννοια του θανάτου, ορισμένα εκ των οποίων θα προσπαθήσω να αποτυπώσω στο περιορισμένο χώρο ενός κειμένου.

Ο θάνατος είναι ο «παγωμένος καθρέπτης» της ζωής. Και όσο και αν δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε για να τον αποφύγουμε κάποια στιγμή, εντούτοις, θέλουμε να πούμε και πολύ περισσότερο να γνωρίζουμε τα πάντα γι’ αυτόν. Είτε προσπαθούμε να τον αποσιωπήσουμε, είτε να τον πενθήσουμε, είτε να τον τραγουδήσουμε, είτε να εκφράσουμε παραστατικά την απώλεια κάποιου προσφιλούς προσώπου, πάντα ο θάνατος μάς αφήνει εκτός, όσο είμαστε εμείς ακόμα ζωντανοί. Προς το παρόν, μπορούμε να βλέπουμε την όψη μας στον καθρέπτη. Ωστόσο, όταν περάσουμε στην «απέναντι όχθη», δεν θα μπορούμε «να πούμε» ή «να κάνουμε» τίποτε άλλο. Γι’ αυτό, λοιπόν, ας μιλήσουμε τώρα. Για το πως βιώνουμε τον θάνατο μέσα από την απώλεια των άλλων νεκρών. Όλοι οι άλλοι, οικείοι και ξένοι, σύντροφοι και ενάντιοι, μας δείχνουν ότι για όλα υπάρχει ένα βιολογικό τέλος. Το τέλος του θανάτου έχει μια οριστικότητα, βάζει τα όρια στην βιολογική διάρκεια της ζωής και δείχνει όσα μπορέσαμε ή δεν μπορούμε πια να πράξουμε. Αναμφισβήτητα, είναι πολύ δύσκολο να αποδεχτούμε τον θάνατο κάποιου προσφιλούς προσώπου. Το πρώτο που κάνουμε, μόλις συμβεί, είναι να αρνηθούμε ενστικτωδώς ότι συνέβη. Όταν, μάλιστα, είναι τόσο αναπάντεχος, τότε η πρώτη αντίδραση μετά την ενστικτώδη άρνηση είναι το μούδιασμα. Αφού, όμως, καταλαγιάσει το ξάφνιασμα, έρχονται μυριάδες σκέψεις, πολλές φορές αντιφατικές μεταξύ τους. Εκείνο το οποίο τώρα πρέπει να σκεφτούμε είναι το πως τελειώνει ένας άνθρωπος, μέσα από το σύνολο δηλαδή των πράξεών του ως ζωντανός.

Ο Μάρτιν Χάιντεγκερ είχε δίκιο όταν στοχάστηκε πάνω στην απώλεια και την εξαφάνιση. Έλεγε, λοιπόν, ότι «η απουσία μάς βοηθάει να αντιληφθούμε την παρουσία». Επομένως, όσοι παραμένουμε ακόμα ζωντανοί και όσοι θα έρθουν μετά από εμάς έχει αξία να αντιληφθούμε το αληθινό και βαθύ νόημα της ρήσης του σπουδαίου αυτού Γερμανού Φιλόσοφου, διατηρώντας ζωντανές, όχι μόνο την Μνήμη αυτών που συμπορεύτηκαν μαζί μας στον δρόμο της Τιμής και την αναζήτηση της Ευτυχίας, αλλά και να συνεχίσουμε ακράδαντα και με μεγαλύτερη ορμή όλα όσα υπερασπίστηκαν, μοιραζόμενοι μαζί μας τις χαρές και τις λύπες, τις καλές και τις κακές στιγμές, τις νίκες και τις ήττες της καθημερινής μάχης της ζωής. Στο όνομα της αντιφυσικής παγκοσμιοποίησης και της ισοπεδωτικής νεωτερικότητας, ο σύγχρονος άνθρωπος, καταβεβλημένος και εξουθενωμένος από τον τρόπο ζωής που του έχει επιβληθεί, προσπαθεί να αποφύγει ό,τι δεν του αρέσει, ό,τι τον πονάει δημιουργικά, ό,τι τον ξεβολεύει από την νοσηρή αδράνεια, καταλήγοντας να πολεμάει την ίδια την φύση του.

Ψάχνοντας, λοιπόν, το τέλειο, ας μην ξεχνάμε ότι αυτό δεν υφίσταται, παρά μόνο σε ό,τι λέει το όνομα: Στο τέλος. Η τελειότητα είναι η ολοκλήρωση, η οποία έρχεται ενώνοντας τα κομμάτια του πάζλ γύρω από τις πράξεις της ζωής μας, η οποία φυσικά δεν μπορεί να έχει καμία απολύτως σχέση με την επέλαση της ομοιοπαγίδας, το τέλμα της μετριότητας, την εφήμερη μόδα, την εθνική αποδόμηση, την κοινωνική απάθεια, την ανθρώπινη ψυχρότητα, την αποθέωση του ατομικισμού, τον θρίαμβο του μαζανθρώπου. Η ολοκλήρωση, λοιπόν, της τελειότητας έρχεται μέσα από την άθροιση όλων των ενεργειών της ζωής μας και εφόσον αυτές συνάδουν με όλα όσα ισχυριζόμαστε ότι υπερασπίζουμε και κυρίως αποδεικνύουμε εμπράκτως με τις πράξεις μας. Σε αυτές τις πράξεις της ζωής μας δεν θα πρέπει να είμαστε αόριστοι «επαναστάτες», αλλά συγκεκριμένοι εξεγερτές ψυχών. Παρόλα αυτά, είναι περιττό για την Αξιοπρέπειά μας να περιμένουμε «αγιογραφίες» εν ζωή και να είμαστε ικανοποιημένοι με την τεχνική-ψεύτικη μετατροπή μας σε χάρτινους «ήρωες», οι οποίοι έχουν «ικανότητες» υπεράριθμες στην μυθιστορηματική τους μορφή, αλλά ανύπαρκτες στην πραγματικότητα.

Ας γίνει, λοιπόν, αντιληπτό, ως μια Αξιακή Αρχή, ότι ο θάνατος δεν σημαίνει και την πλήρη εκμηδένιση του Ανθρώπου. Κάθε νεκρός εξακολουθεί να ζει απεριόριστα μέσα από τις πραγματώσεις της ζωής του. Πραγματώσεις, οι οποίες συνεχίζουν να κινούν τον αέναο τροχό της Έμπνευσης, της Δημιουργίας και της Εξέλιξης. Έτσι, σε όλες τις Εξαιρετικές εκδηλώσεις της Ζωής, ο Σημαντικός Άνθρωπος εξακολουθεί να επιζεί και μετά τον θάνατο του. Επομένως, ας σκεφτόμαστε ταυτόχρονα σαν να πρόκειται να πεθάνουμε αύριο, αλλά και σαν να μην πρόκειται να πεθάνουμε ποτέ. Ακριβώς, για να «προλάβουμε» να πράξουμε όσο το δυνατόν περισσότερα, αλλά και έχοντας ταυτόχρονα την «σιγουριά» ότι είμαστε άτρωτοι στην φθορά του Χρόνου.

Για τον Μαρίνο, που έφυγε άδοξα από κοντά μας λίγο πριν την Αυγή της Λαμπρής του 2005, για τον Γιώργο και τον Μάνο, που «έπεσαν» στις «Θερμοπύλες» της Λεωφόρου Ηρακλείου από τις σφαίρες των άτιμων-άνανδρων δολοφόνων, αλλά και για όλους τους Άλλους Συντρόφους που «έφυγαν», όσους μένουν ακόμη κοντά μας στις επάλξεις και για όσους θα έρθουν στο κοντινό ή μακρινό μέλλον, ας έχουμε υπόψιν μας ότι μπορεί η ανθρώπινη ζωή να είναι περιορισμένη, αλλά Κάποιοι, μέσα από τις πράξεις τους, έχουν την δυνατότητα να Ζήσουν Για Πάντα!

 Γιώργος Μάστορας

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *