του Άγγελου Δημητρίου

«Ψάχνω τρόπο να πεθάνω γιατί θα μπούμε στην ΕΟΚ. Εγώ δεν θα μπω πουθενά», έγραφε το 1979 ο Τραϊανός σε επιστολή του, ευρισκόμενος στον αντίποδα του πνεύματος της ελληνικής κοινωνίας, που ετοιμαζόταν για το μεγάλο καταναλωτικό πανηγύρι που θα ερχόταν τις επόμενες δεκαετίες και θα επέφερε τελικά την μεγάλη κατάρρευση που ζήσαμε στις μέρες μας.

Ο Τραϊανός εμφανίζεται στο έργο του αντι- πολιτικός, στον βαθμό που είναι εσώκλειστος στο «εγώ», στον βαθμό που υπερισχύει το ποιητικό υποκείμενο, έναντι κοινωνικών προταγμάτων, έναντι των εξωτερικών δρωμένων. «Δεν έχω ήλιο να σε κρατήσω» γράφει σε έναν του στίχο, και αποκόπτεται έτσι με μιας από την κοινωνική πραγματικότητα, από την κοινωνία με τον Άλλον, αυτοπαγιδευόμενος μέσα στον εαυτό του (που δεν τον άντεχε), μέσα στο δικό του σύμπαν, με τις κακόφημες εξόδους, με τους ταραγμένους έρωτες, με τα υπνωτικά χάπια, το αλκοόλ και τον καπνό.

Από την άλλη ωστόσο, ο Τραϊανός καθίσταται πολιτικός επιχειρώντας μια ηρωική αποχώρηση, μια σιωπηλή έξοδο από το προσκήνιο, αποστρέφοντας το βλέμμα από τον κόσμο, από τους ανθρώπους που δεν άντεχε το βλέμμα τους πάνω στο δικό του. Καθίσταται πολιτικός, διότι μέσα από τις φρικώδεις εικόνες που πλάθονται στο έργο του, μέσα από παραληρηματικές αφηγήσεις και σκοτεινές φαντασιώσεις, μέσα από την ασφυξία που του προκαλεί η εξωτερική πραγματικότητα, μέσα, τέλος από τον οντολογικό και υποστασιακό μηδενισμό του, επισημαίνει την φθορά και την παρακμή που τυλίγουν το κοινωνικό γεγονός της εποχής του αλλά και κάθε εποχής.

Ο μηδενισμός του είναι υπαρξιακός, προέρχεται πιθανόν από λανθάνοντα τραύματα και είναι ιδιοσυγκρασιακός. Είναι ένας μηδενισμός που στο έργο του ανάγεται σε πληγή ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους, το οποίο πνίγει η ματαιότητα, η φθορά και το μηδέν. Αυτό το μηδέν που αναζήτησε τόσο επίμονα και που το κατέκτησε, αφήνοντας πίσω του μόνο το έργο και την θύμησή του σε κάποιους ανθρώπους.

Είναι αλήθεια, ότι η πρόσληψη του Τραϊανού από συγκαιρινούς του και κατοπινούς αναγνώστες και κριτικούς δεν θα ήταν η ίδια , αν δεν μεσολαβούσε το γεγονός της αυτοχειρίας του, το Μάιο του 1980, στα 36 του χρόνια, υπομιμνήσκοντας με τον τρόπο αυτό ότι το έργο του ποιητή δεν είναι αυτόνομο από την ζωή του και ότι υπάρχει ή θα πρέπει να υπάρχει μια ζωτική συστοιχία μεταξύ των δύο.

Έχει επισημανθεί από την κριτική η ομοιάζουσα με την ποίηση του Σαχτούρη συνοχή και συνεκτικότητα του ποιητικού του λόγου, που δεν παραλλάζει μέσα στον χρόνο, είναι θα λέγαμε μονοθεματικός. Ίδιος είναι και ο τρόμος του με αυτόν του Σαχτούρη. Ο τρόμος απέναντι στην εξωτερική πραγματικότητα, η ανημπόρια να αντιδράσει με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, παρά γράφοντας και αποτυπώνοντας αυτόν τον τρόμο. Αλλά και η μεταμόρφωση της πραγματικότητας, μέσω των διαπλαστικών του εικόνων, ζοφερών και σκοτεινών, οριακών και παράλογων. Μόνο που ο τρόμος στον Σαχτούρη έχει μια στατικότητα και στωικισμό , μια υπομονετικότητα, ενώ στον Τραϊανό κοχλάζει, φλέγεται, εκδηλώνεται δυναμικά και σπαρακτικά, επιθετικά.

Σε αρκετά ποιήματα του Τραϊανού, παρούσα είναι η μορφή του Καρυωτάκη. Τον υπενθυμίζει, τον διασκευάζει, συνομιλεί μαζί του. Δεν θα μπορούσαμε παρά να θυμηθούμε κάτι από το τελευταίο σημείωμα της Πρέβεζας: «Είχα τον ίλιγγο του κινδύνου. Και τον κίνδυνο που ήρθε τον δέχομαι με πρόθυμη καρδιά. Πληρώνω για όσους, καθώς εγώ, δεν έβλεπαν κανένα ιδανικό στη ζωή τους, έμειναν πάντα έρμαια των δισταγμών τους, ή εθεώρησαν την ύπαρξη τους παιχνίδι χωρίς ουσία. Τους βλέπω να έρχονται ολοένα περισσότεροι μαζί με τους αιώνες. Σ’ αυτούς απευθύνομαι». Και με τα λόγια αυτά φαίνεται η ομοιότητα δύο προσωπικοτήτων που θεληματικά ταξίδεψαν στην παντοτινή σιωπή.

Ο Μισέλ Ουελμπέκ γράφει ότι «αυτοί που αγαπούν τη ζωή δεν διαβάζουν. Ούτε πηγαίνουν σινεμά, στην πραγματικότητα. Ό,τι και να λένε, η πρόσβαση στο καλλιτεχνικό σύμπαν είναι λίγο πολύ ολοκληρωτικά αρμοδιότητα όσων έχουν μπουχτίσει κάπως με τον κόσμο». Δεν μπορούμε να απολυτοποιήσουμε την δήλωση αυτή, αλλά στην περίπτωση του Αλέξη Τραϊανού, η τέχνη, η ποίηση (που και αυτή κάποια στιγμή τον κούρασε), αποτέλεσε ένα καταφύγιο απέναντι σε ένα κόσμο με τον οποίο δεν έβρισκε καμία συγγένεια.

ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΗΓΕΣ
Τραϊανός Αλέξης, Φύλακας Ερειπίων- Τα ποιήματα, εκδ. Πλέθρον, 1991

ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ
Ντοκιμαντέρ Εποχές και Συγγραφείς, αφιέρωμα στον Αλέξη Τραϊανό, Σκηνοθεσία: Τάσος Ψαράς, ΕΡΤ
*απόσπασμα από επιστολή του Αλέξη Τραϊανού

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *