Στην Ελλάδα σήμερα, οι Δεξιοί, εντός και εκτός εισαγωγικών, έχουν την Αριστερά που τους αξίζει. Οι ριζοσπάστες εθνικιστές από την άλλη (πρέπει να) απέχουν από αυτό το δίπολο και είναι λάθος να εμπλέκονται στα ψεύτικα διλήμματα που τίθενται για να πολώνεται η πολιτική ζωή και να διατηρείται το ίδιο σύστημα εξουσίας με οποιοδήποτε πρόσημο.

Ήδη από την μετεμφυλιακή περίοδο αλλά και πιο πριν, το αστικό καθεστώς περιόρισε την Αριστερά, συχνά με την βία, βρίσκοντας διάφορα πολιτικά και ιδεολογικά άλλοθι. Δεν ενδιαφέρει αν αυτό ήταν καλό ή κακό, ωφέλιμο ή επιζήμιο στον έναν ή τον άλλο βαθμό. Μεταπολιτευτικά, η Αριστερά έδρεψε τους καρπούς αυτής της βίαιης περιστολής της δυναμικής της από το αστικό καθεστώς, φτάνοντας τα τελευταία χρόνια μέχρι την κατάληψη της εξουσίας.

Έχοντας καταρρεύσει πλέον ο υπαρκτός σοσιαλισμός, έχοντας περάσει προ πολλού από το φάσμα του ψυχρού πολέμου, ο ρεβανσιστικές πρακτικές της Αριστεράς είναι θα λέγαμε αρκετά εξορθολογισμένες, προς όφελος βέβαια των Δεξιών. Αντί λοιπόν να διαμαρτύρονται, θα έπρεπε να είναι ικανοποιημένοι με το ότι η εποχή της απροκάλυπτης βίας σε μαζικό τουλάχιστον επίπεδο, έχει παρέλθει. Η αντιμετώπιση του αστικού κόσμου είναι σίγουρα αρκετά ήπια από το Αριστερό καθεστώς και αυτό το τελευταίο, επιτυγχάνει εκείνα που θέλει με πολιτικά μέσα, περισσότερο θεσμικά, περισσότερο καθώς πρέπει. Σε αυτό συνέβαλε και μια άτυπη συμφωνία αμοιβαίας ανοχής και διαλόγου. Η Αριστερά έγινε αποδεκτή από το πολιτικό σύστημα και η Δεξιά αποχρωματίστηκε ιδεολογικά.
Ας μην προτείνεται λοιπόν το αφήγημα περί ανάγκης απαλλαγής του τόπου από την Αριστερά. Μεταπολιτευτικά, το αστικό καθεστώς κυοφόρησε την σημερινή κατάληξη. Με άλλα λόγια, για την «ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς» δεν ευθύνεται παρά η Δεξιά.

Στην Δεξιά δεν περιλαμβάνεται μόνο η νεοδημοκρατική παράταξη. Αυτή αποτελεί την πιο χυδαία της έκφραση, καθώς το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας ιδρύθηκε πάνω σε μια ιστορικά αποδεδειγμένη εθνική προδοσία. Όμως, περαιτέρω, παρατηρούμε μια κινητικότητα όλα αυτά τα χρόνια ανάμεσα στην αστική Δεξιά και την Ακροδεξιά, με προβαλλόμενο άλλοθι τα ακραία επικαιρικά πολιτικά προβλήματα. Ο λαϊκισμός κυριαρχεί και σήμερα πια ο όρος «δεξιός» χρησιμοποιείται από τους συντηρητικούς πολιτικούς ταυτιζόμενος με τον «πατριώτη», σε αντιδιαστολή προς τον «εθνομηδενιστή Αριστερό». Είναι πάγια κίνηση της Δεξιάς να καπηλεύεται τον πατριωτισμό, είναι η μέθοδος που την συντηρεί στην ζωή.
Όλα τα παραπάνω θα ήταν άνευ σημασίας, αν δεν επηρέαζαν την αυτοτέλεια του ριζοσπαστικού εθνικισμού, ως ιδεολογικού φορέα αντι- φιλελεύθερου και αντικαπιταλιστικού. Ό, τι κι αν ονομάσουμε ως Δεξιά παράταξη, αυτό ταυτίζεται ιστορικά και ιδεολογικά με τον, ακραίο πολλές φορές, φιλελευθερισμό. Και οι ακροδεξιοί που ανακάλυψαν εσχάτως τον «συντηρητισμό» είναι απλά φιλελεύθεροι, κάπηλοι των εθνικιστικών προτεραιοτήτων. Ο νεοσυντηρητισμός είναι ένα φαντασιακό κατασκεύασμα που συντηρεί την ιδεολογική σύγχυση και διατηρεί εν τέλει τις δεξαμενές της φιλελεύθερης πλευράς, όντας έτοιμος να την ενδυναμώσει ακόμα και εκλογικά. Αποτελεί την βαλβίδα αποσυμπίεσης των αγανακτισμένων πατριωτών που αδυνατούν να σκεφτούν αντισυστημικα. Είναι ένα ακόμα βήμα προβολής της πολιτικής ορθότητας.

Ο σύγχρονος ριζοσπαστικός εθνικισμός, προκειμένου να διαφοροποιηθεί ουσιαστικά μια μόνο επιλογή έχει μπροστά του: να προτάξει τον αντι- φιλελεύθερο αντι-καπιταλιστικό κοινωνιστικό λόγο του, διακρινόμενος τόσο από τους μαρξιστές όσο και από τους συντηρητικούς. Και το κυριότερο, διαρρηγνύοντας μια και καλή οποιαδήποτε σχέση με την αστική Δεξιά και Ακροδεξιά.

 

 Άγγελος Δημητρίου

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *