του Χριστόφορου Βασιλικού

Ο προσφάτως εκλιπών Γεώργιος Κ. Γεωργαλάς υπήρξε εκ των κορυφαίων συγχρόνων πολιτικών αναλυτών, όχι μόνο εν Ελλάδι αλλά και διεθνώς. Το πρωτοποριακό συγγραφικό του έργο άνοιξε νέους ορίζοντες στην πολιτική σκέψη. Στο παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μια συνοπτική, αλλά ελπίζουμε σαφή, παρουσίαση της ανάλυσης που κάνει στο έργο του «Η Προπαγάνδα: μεθοδική και τεχνική της αγωγής των μαζών», αναφορικά με το ζήτημα της σύνθεσης, του ψυχολογικού υποβάθρου και των κινήτρων της λεγομένης επαναστατικής μάζας, καθώς και της σημασίας της στο κοινωνικό – πολιτικό γίγνεσθαι.

Το ορμέμφυτο της υπεροχής
Στην πολιτική ψυχολογία τα κίνητρα των ανθρωπίνων πράξεων μπορούν να διακριθούν (γενικώς) στο κίνητρο της δράσεως (πολεμικό), των αναγκών, της χαράς (ευζωία),της φιλανθρωπίας (στοργής), και τέλος το κίνητρο της εξουσίας. Η σημασία των κινήτρων των ανθρωπίνων πράξεων, έγκειται ότι πάνω σε αυτά βασίζεται, δηλαδή τα αξιοποιεί, η Προπαγάνδα προκειμένου, όπως σημειώνει ο Γεωργαλάς, να «μετατρέψει τις ιδέες σε διάθεση των μαζών για δράσι», καθότι «σκοπός της Προπαγάνδας είναι να πείσει τους ανθρώπους να κάνουν κάτι».
Σύμφωνα με τον συγγραφέα, το σημαντικότερο από τα κίνητρα των ανθρωπίνων πράξεων είναι αυτό της εξουσίας, διότι τούτο βασίζεται στο ορμέμφυτο της υπεροχής, στο ένστικτο της διακρίσεως και της κυριαρχίας επί των άλλων. Θα μπορούσαμε να σημειώσουμε ότι το κίνητρο της εξουσίας πιθανότατα να συνδέεται άρρηκτα με αυτό των αναγκών, καθότι αυτός ο οποίος επιδιώκει την οποιαδήποτε μορφή εξουσίας συνήθως, αν όχι πάντοτε, αυτό συνεπάγεται με επακόλουθα υλικά πλεονεκτήματα. Η απόκτηση δηλαδή μιας εξουσίας συνεπάγεται με την απόκτηση υλικών πλεονεκτημάτων, δηλαδή κάποιας μορφής πλούτου.

Το ορμέμφυτο της υπεροχής διαπερνά όλες τις ιστορικές εποχές, τις ηλικίες, τους λαούς και τα κοινωνικά στρώματα. Μπορεί να το διακρίνει κάποιος εύκολα κάνοντας απλές παρατηρήσεις γύρω του: ο κυριαρχικός σύζυγος, ο απολυταρχικός προϊστάμενος, ο σατραπίσκος υπάλληλος, η ξιπασμένη διευθύντρια κλπ. Ενώ όμως το ορμέμφυτο της επιβολής ενυπάρχει λίγο έως πολύ σε κάθε άνθρωπο, λίγοι είναι εκείνοι οι οποίοι το ικανοποιούν, διότι η οποιαδήποτε μορφή εξουσίας σε οποιοδήποτε καθεστώς
και κοινωνία, ασκείται πάντοτε από λίγους
«ιθύνοντες».
Τόσο στα ολοκληρωτικά καθεστώτα όσο και στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, ο κύκλος των ατόμων που μετέχουν στην εξουσία υπήρξε και παραμένει περιορισμένος. Ιδίως στα κομμουνιστικά καθεστώτα οι «ιθύνοντες» αποτελούσαν μια κλειστή κάστα προνομιούχων (σε απόλυτο βαθμό) που ασκούσε μονίμως και άνευ ουδενός ελέγχου την εξουσία, ο μόνος δε τρόπος για να απομακρυνθούν από αυτήν ήταν να πέσουν σε κομματική δυσμένεια και είτε να εκτελεστούν είτε να εξοριστούν.
Αναλογικά το ίδιο ισχύει στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες με την οικογενειοκρατία, τους εύπορους πολιτικούς, τους διαπλεκομένους με τηλεοπτικά ΜΜΕ και οικονομικά συμφέροντα.
Σε κάθε περίπτωση η κατοχή της εξουσίας σε οποιοδήποτεκαθεστώς είναι προνόμιο μιας συγκεκριμένης κάστας, της οποίας τα μέλη σταδιακά αναπτύσσουν μια ειδική ομαδική ψυχολογία η οποία καλείται «κυριαρχική».
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι η έννοια της «εξουσίας» δεν ταυτίζεται με την πολιτική εξουσία. Ικανοποίηση του ορμέμφυτου της εξουσίας υφίσταται λ.χ. τόσο στις πολιτικές θέσεις (υπουργός, βουλευτής, γενικός γραμματέας), όσο και σε οποιαδήποτε άλλη θέση τόσο δημόσια όσο και ιδιωτική η οποία δίνει την δυνατότητα σε κάποιον να έχει υφιστάμενους και να «πουλάει» κύρος στον κοινωνικό του κύκλο.
Συνεπώς ικανοποίηση αυτού του ορμέμφυτου συναντούμε τόσο σε υπαρκτές θέσεις εξουσίας όπως λ.χ. διευθυντής μιας εταιρείας, στρατιωτικός, αστυνομικός, κλπ, όσο και σε ανύπαρκτες από ρεαλιστικής άποψης όπως π.χ διοικητής νοσοκομείου, τοπικός κομματάρχης, πρόεδρος πολιτιστικού συλλόγου ή αθλητικού σωματείου, κατώτερος δημόσιος υπάλληλος κλπ. Όσο πιο αδαής είναι κάποιος τόσο ευκολότερα ικανοποιεί το συγκριμένο ορμέμφυτο, κατέχοντας θέσεις οι οποίες στην πραγματικότητα δεν απαιτούν κανένα σοβαρό προσόν ή δεν έχουν ουδεμία υπαρκτή σημασία. Σε αρκετές περιπτώσεις ο συγκεκριμένος ανθρώπινος τύπος αρκείται σε αυτό. Στις περισσότερες όμως αρχίζει να τον κυριεύει το πάθος της απληστίας, προκειμένου να ανέλθει ολοένα και περισσότερο στην κλίμακα της ιεραρχίας συντρίβοντας τους υπολοίπους.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η πλειοψηφία του κοινωνικού συνόλου παραμένει εκτός αυτής της νομής, για λόγους είτε υποκειμενικούς είτε αντικειμενικούς. Κάποιος μπορεί να μην είχε τις κατάλληλες ευκαιρίες, γνωριμίες κλπ, κάποιος άλλος να μην είχε τα φυσικά προσόντα προκειμένου να ανελιχθεί κοινωνικώς και οικονομικώς. Όπως σημειώνει ο Γεωργαλάς «το ανικανοποίητο του κινήτρου της υπεροχής, δημιουργεί μέσα τους μια ολόκληρη κλίμακα από ιδιάζοντα συναισθήματα που αρχίζουν από την απλή δυσφορία για τους «κατέχοντας» για να φθάσουν ως το τυφλό μίσος, και την επαναστατική ή και κυριολεκτικά μηδενιστική διάθεση».
Τα άτομα αυτά σε αντίθεση με την κυριαρχική ψυχολογία της αντίθετης πλευράς, παρουσιάζουν μια διαρκώς αυξανόμενη συσσώρευση αρνητισμού στο υποσυνείδητο τους, αναπτύσσοντας την ψυχολογία του κοινωνικώς μειωμένου. Το φαινόμενο δε αυτό είναι συντριπτικά εντονότερο όσον αφορά τα άτομα εκείνα τα οποία κατέχουν ανωτέρα ή ανωτάτη, μόρφωση. Από την κοινωνική αυτή δεξαμενή προέρχεται η «επαναστατική μάζα».

Είναι αξιοπαρατήρητο πώς ορισμένα ετερογενή μέλη ενός κοινωνικού συνόλου αποφασίζουν να ριζοσπαστικοποιηθούν απέναντι σε ένα καθεστώς και να κινηθούν προς την εξουσία.

Σύνθεση της επαναστατικής μάζας
Η επαναστατική μάζα είναι ένα ετερογενές φαινόμενο, παρόλο που χαρακτηρίζεται από ψυχική ενότητα, δηλαδή είναι ένα ενοποιημένο ψυχολογικό σύνολο. Είναι δυνατόν να περικλείει τον κάθε λογής ανθρώπινο τύπο, φτωχούς, πλούσιους, μορφωμένους, αναλφάβητους, ευφυείς, αδαείς, ευκατάστατους κοινωνικώς, κλπ. Κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα (συλλογικό ψυχολογικό όν) που συνδέει το, κατά τα άλλα, ανομοιογενές αυτό σύνολο είναι η ψυχολογία του μειωμένου, που συνεπάγεται την αρνητική στάση έναντι του «κατεστημένου» και διάθεση ανατροπής του, ψυχολογία η οποία πηγάζει από το ανικανοποίητο του ορμέφυτου της υπεροχής, και του υπερτροφικού Εγώ.
Γενικώς στην επαναστατική μάζα μπορεί να ανήκει ο οποιοσδήποτε αισθάνεται κοινωνικά αδικημένος, περιθωριοποιημένος και μειωμένος. Η εντύπωση όμως της μειονεκτικότητος και του κοινωνικού αποκλεισμού πολλές φορές είναι καθαρά υποκειμενική και ψυχολογική. Γι’ αυτό η σύνθεση των ανθρωπίνων τύπων αυτής της μάζας δεν έχει κριτήρια ταξικά ή οικονομικά αλλά ψυχολογικά.
Έτσι λχ. η επαναστατική μάζα μπορεί να περιλαμβάνει τον εξαθλιωμένο εργαζόμενο, τον άνεργο πτυχιούχο,αλλά και τον πλούσιο αλλά αμόρφωτο αστό που δεν γίνεται δεκτός στην «καλή κοινωνία». Τον φτωχό νέο, τον υπάλληλο που δεν μπορεί να πάρει προαγωγή, αλλά και τον νεαρό αστό γόνο του πλούσιου πατέρα («υιός του μπαμπά του») που πάσχει από το σύμπλεγμα ενοχής για την αδικαιολόγητη ευημερία του. Τον πατέρα μιας πολύτεκνης οικογένειας αλλά και τον αργόσχολο «διανοούμενο», ή τον καλλιτέχνη που πιστεύει ότι δεν αναγνωρίζεται το έργο του.Τον περιθωριακό εγκληματικό τύπο, αλλά και τον τυπικό μέσο άνθρωπο. Ακόμη και τύποι που ανήκουν στην «ιθύνουσα τάξη» αλλά αισθάνονται μειωμένοι (πχ δεν έχουν την θέση που νομίζουν ότι αξίζουν, δεν αναγνωρίζεται το υπαρκτό ή φαντασιακό έργο τους, υφίστανται υποτιμητική μεταχείριση από τον προϊστάμενο του, φυσικά αίτια όπως πχ. κάποια αναπηρία, δυσμορφία κλπ) γίνονται «αποστάτες» και προσχωρούν στην επαναστατική μάζα. Έτσι λ.χ. ένας αντικειμενικά – ταξικά αστός μπορεί να αισθάνεται και να δρά ως υποκειμενικά – ψυχολογικά προλετάριος (Μαρξ, Λένιν, Ένγκελς, αλλά ακόμη και τα σύγχρονα φαινόμενα των «επαναστατών» νέων της Εκάλης), αλλά και αντιστρόφως: ένας αντικειμενικά «προλετάριος», εύκολα αισθάνεται και φέρεται ως αστός (εργατοπατέρες, συνδικαλιστές κλπ).
Συνεπώς βασικό γνώρισμα της επαναστατικής μάζας είναι το ανομοιογενές σύνολό της, με συνδετικό στοιχείο το αίσθημα μειονεξίας και αδικίας, και το μίσος για το «καθεστώς», το οποίο θέλει να ανατρέψει όχι για να βελτιώσει ηθικά την κοινωνία, αλλά για να λάβει την θέση του στην εξουσία.

Η επαναστατική ομάδα
Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω το αίσθημα του ανικανοποίητου της υπεροχής είναι εντονότερο σε τύπους με μόρφωση, δεξιότητες, ικανότητες κλπ. Οι τύποι αυτοί χαρακτηρίζονται από φυσική ζωτικότητα και η ικανοποίηση του ορμέμφυτου της υπεροχής παρεμποδίζεται από διαφόρους αντικειμενικούς, υποκειμενικούς ή τεχνητούς λόγους.
Τα άτομα αυτά θεωρούν, αληθώς είτε αυταπατώμενοι, ότι η άνοδος τους παρεμποδίζεται από την κρατούσα κατάσταση, βλέπουν ότι με τους ισχύοντες κανόνες είναι αδύνατον να γίνουν μέρος του «συστήματος», συνεπώς επιθυμούν να το ανατρέψουν και να το αντικαταστήσουν από μια δική τους τάξη πραγμάτων στην οποία θα ικανοποιούν το πάθος τους για εξουσία.
Τα άτομα είναι τρόπον τινά η «εκλεκτή μειοψηφία», η φυσική ηγεσία της επαναστατικής μάζας. Πρόκειται για άτομα ικανά για να ασκούν εξουσία, και για διαφόρους λόγους δεν την ασκούν, και είναι συνήθως ποιοτικά ανώτεροι από τον όχλο της επαναστατικής μάζας. Η ηγετική ομάδα δημιουργεί τους «μύθους» της επανάστασης και εκμεταλλεύεται τον αρνητισμό της μάζας προκειμένου να την καθοδηγήσει (Μάρξ: «Η ιδέα μετατρέπεται σε υλική δύναμη όταν μπει μέσα στις μάζες»). Κοινό τους χαρακτηριστικό είναι το σύνολο των απολύτων αρνητικών συναισθημάτων έναντι του ισχύοντος καθεστώτος, λόγω της κοινωνικής μείωσης και της αδυναμίας για υπεροχή. Θα λέγαμε ότι η επαναστατική ομάδα είναι η ηγεσία και η μάζα ο στρατός της, του οποίου την κατάλληλη στιγμή υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, συχνά και εξ αιτίας τυχαίων γεγονότων, μπορεί να εκμεταλλευτεί και να πυροδοτήσει την δύναμή του προκειμένου να ανατρέψει το καθεστώς.
Η διαφορά τους έγκειται στο ότι η αδυναμία υπεροχής στην επαναστατική ομάδα οφείλεται σε αντικειμενικά ή τεχνητάαίτια, στην δε μάζα σε φυσική αδυναμία. «Η αδυναμία όμως αυτή δεν εμποδίζει την ανάπτυξη επιθυμίας για υπεροχή. Και η επαναστατική ομάδα εκμεταλλεύεται την επιθυμία (σ. της μάζας) για δικό της όφελος».

Εκείνοι που αποτελούν την επαναστατική μάζα διαφέρουν τόσο από την άποψη της κοινωνικής προέλευσης όσο και αναφορικά με τα κίνητρά τους

Η ανατροπή ενός καθεστώτος
Η δημιουργία μιας επανάστασης είναι φαινόμενο εξαιρετικά σύνθετο, όσο και απλό. Σύνθετο στην προεργασία, στις δομές, στις συγκυρίες, στο κοινωνικό υπόβαθρο, απλό όσον αφορά το ψυχολογικό υπόβαθρο, το οποίο παραμένει διαχρονικά η ικανοποίηση του ορμέμφυτου της εξουσίας σε όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες.
Η καλή εργασία της επαναστατικής ομάδας, ο φανατισμός και η ζύμωση της μάζας με μυθοπλασίες, η μεθοδική και αδιάκοπη οργάνωση της ανατρεπτικής κίνησης και η άνευ ουδεμίας λογικής προσήλωση στο «επαναστατικό ιδεώδες», ταυτόχρονα με την αδράνεια της καθεστηκυίας τάξεως, μπορούν να οδηγήσουν στην έκρηξη μιας επανάστασης, η οποία εφόσον επιτύχει, ανατρέπει το καθεστώς.
Τότε έχουμε την δημιουργία ενός νέου status quo στο οποίο η ιστορία επαναλαμβάνεται: Η επαναστατική ομάδα γίνεται καθεστώς, η νέα άρχουσα τάξη,και η μάζα μένει ως επί των πλείστων και πάλι εκτός εξουσίας. Το αίσθημα της μειονεξίας αρχίζει και πάλι να διαμορφώνεται και μια νέα ηγεσία θα αναδυθεί μέσα από την νέα επαναστατική μάζα προκειμένου να το συστηματοποιήσει σε μια νέα θεωρία ανατροπής.

Το βιβλίο του Γεωργίου Γεωργαλά που ανέλυσε συστηματικά και επιστημονικά την φύση και την λειτουργία της πολιτικής προπαγάνδας.

Διαρκής πόλεμος
Σύμφωνα με την πολιτική ψυχολογία η υποσυνείδητη αντίθεση της μάζας προς οποιαδήποτε εξουσία είναι ιστορικό και κοινωνικό δεδομένο. Το ασίγαστο και άσβεστο πάθος των «από κάτω» να ρίξουν τους «από πάνω», δεν πρόκειται να εξαφανιστεί ποτέ, όσο τουλάχιστον υπάρχουν άνθρωποι. Το ίδιο πάθος όμως, έχει και η καθεστηκυία τάξη προκειμένου να διατηρήσει την εξουσία της. Οι «ιθύνοντες» μιας εξουσίας γνωρίζουν ότι κάποιοι παντού και πάντα θέλουν να τους ανατρέψουν για να πάρουν την θέση τους.
Γι’ αυτό και επιδιώκουν με κάθε τρόπο η επαναστατική μάζα να μένει χωρίς ηγεσία, χωρίς φυσικούς καθοδηγητές οι οποίοι θα συστηματοποιήσουν και θα αξιοποιήσουν την ορμέμφυτη αντίθεση της στο καθεστώς. Τα πυρά λοιπόν ενός καθεστώτος δεν συγκεντρώνονται στην μάζα (στην οποία συνήθως προσφέρουν την ψευδαίσθηση της συμμετοχής στην εξουσία) αλλά στα πρόσωπα εκείνα τα οποία ξεχωρίζουν μέσα από αυτήν και μπορούν να εξελιχθούν σε ηγέτες της.
Είτε τα οικειοποιείται εντάσσοντας τα μερικώς στο σύστημα με σκοπό να τα ελέγχει και να τα αδρανοποιήσει, είτε τα εξοντώνει μεταφορικώς (δημιουργία τεχνητών σκανδάλων, εκβιασμοί, συκοφαντική εκστρατεία των ΜΜΕ, αυτοπαγίδευση κλπ) ή κυριολεκτικώς (δολοφονίες, φυλακίσεις, οικονομική εξόντωση).

Συμπεράσματα
Παρόλο που η θεμελιώδης ανάλυση του Γεωργίου Γεωργαλά αναφέρεται ως επί των πλείστων σε σχέση με τα Κομμουνιστικά καθεστώτα και τις επαναστατικές θεωρίες του Μαρξισμού – Λενινισμού, εν τούτοις εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι διαπιστώσεις του καλύπτουν ένα ευρύτατο, αν όχι συνολικό, κοινωνιολογικό φάσμα. Συνεπώς εύκολα μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι οι ανθρώπινοι τύποιαλλά και οι συνθήκες που αναφέρονται μπορούν να υπάρχουν σε ένα κοινοβουλευτικό καθεστώς, σε έναν πολιτικό οργανισμό, σε μια επιχείρηση, σε μια εταιρεία, σε ένα αθλητικό σωματείο, ακόμη και σε μια οικογένεια. Αυτός που έχει την εξουσία θέλει με κάθε τρόπο να την διατηρήσει, και αυτός που δεν την έχει θέλει με κάθε τρόπο να την αποκτήσει.
Η κάθε πλευρά ψάχνει να βρει τον αδύναμο κρίκο του αντιπάλου της ώστε να αρχίσει την αποδόμησή του. Αναζητά διαρκώς τα αδύνατα σημεία του εχθρού ώστε να του επιφέρει το συντριπτικό κτύπημα. Το πώς, πότε και γιατί επικρατεί ο ένας ή ο άλλος αξίζει να μελετήσετε στο μνημονευθέν έργο του αειμνήστου συγγραφέως.

δημοσιεύθηκε στο τεύχος 3 του περιοδικού ΑΝΑΚΤΗΣΗ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *