Είχα να διαβάσω Καζαντζάκη από την εφηβεία μου: ήταν ο πιο επιδραστικός συγγραφέας για μένα εκείνη την περίοδο. Κι όχι μόνο για το θεωρητικό φορτίο που μετάγγιζε, αλλά και για την γλώσσα του, το πλάσιμο των ηρώων του, τις μυρωδιές, τις εικόνες… Ο Καζαντζάκης κατά προσωπική εκτίμηση, είναι ο κατεξοχήν συγγραφέας της νεότητας και της εφηβείας, εξαιτίας των μεγάλων και ειλικρινών υπαρξιακών ερωτημάτων που θέτει και που απασχολούν κατά κόρον τις ηλικίες αυτές.

Έτσι, ήταν μια καλή ευκαιρία να ξαναδιαβάσω τον συγγραφέα αυτόν, σήμερα, περίπου δέκα πέντε χρόνια μετά, με αφορμή την πρόσφατη έκδοση από τις εκδόσεις Διόπτρα του ανέκδοτου μέχρι σήμερα μυθιστορήματος  «ο Ανήφορος», που γράφτηκε γύρω στο 1946, λίγο μετά την λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν ο συγγραφέας βρισκόταν στην Αγγλία.

Σίγουρα, το έργο αυτό δεν είναι ισάξιο σε ποιότητες με τα κατοπινά μυθιστορήματά του: η πλοκή είναι υποτυπώδης, οι ήρωες ως επί το πλείστον άχρωμοι και αδιαμόρφωτοι, κάποτε γίνεται κουραστικό παρά το μικρό του μέγεθος , ενώ δεν λείπουν σε πολλά σημεία ο βερμπαλισμός και οι επαναλήψεις. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι ο συγγραφέας επέλεξε να μην εκδοθεί τελικά το έργο αυτό, ενώ χρησιμοποίησε κομμάτια του σε άλλα του δημιουργήματα.

Λίγο μετά την λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η ανθρωπότητα μετρά τις πληγές της. Και ο Καζαντζάκης ανησυχεί έντονα για το μέλλον του κόσμου και την πορεία που έχει χαράξει. Αφήνει την Κρήτη και μεταβαίνει στην Αγγλία προκειμένου  να προσκαλέσει τους εκεί πνευματικούς ανθρώπους για την δημιουργία μιας Πνευματικής Διεθνούς με σκοπό την παγκόσμια ειρήνη. Όταν δεν βρίσκει ανταπόκριση, αποφασίζει να ενεργήσει μόνος του με το να συντάξει ένα «μετακομμουνιστικό Πιστεύω», το οποίο στο τέλος του βιβλίου αποκαλύπτει πως είναι η περίφημη Ασκητική.

Ο Καζαντζάκης ασχολείται με το Ολοκαυτώμα , ονομάζει τους Γερμανούς εθνικοσοσιαλιστές «δυνάμεις του κακού» και «σκύλους» και παρουσιάζει τα εγκλήματα που διέπραξαν στην Κρήτη. Λογικά, θα έπρεπε, αφού οι «σκοτεινές δυνάμεις» ηττήθηκαν στο πόλεμο ο συγγραφέας να είναι εφησυχασμένος. Εδώ όμως υποκρύπτεται μια αντινομία: ενώ οι Σύμμαχοι έχουν επικρατήσει, ο Καζαντζάκης αγωνιά με το μέλλον που έρχεται και απειλεί την ανθρωπότητα, η οποία βρίσκεται σε μια επικίνδυνη στροφή, έτοιμη να εκτροχιαστεί. Ο βιομηχανικός πολιτισμός υπέταξε τελικά τον άνθρωπο αντί να τον υπηρετεί και μια καινούργια αλληλοσφαγή προβάλλει στον ορίζοντα. Η τεχνολογική ανάπτυξη έχει αυτονομηθεί από τις ηθικές αρχές και ο κίνδυνος είναι μεγάλος (ατομική βόμβα, πυρηνικά όπλα). Επομένως, προς τι η σύνταξη του συγγραφέα με τις «δυνάμεις του καλού» αφού ο κόσμος συνεχίζει να αλληλοσπαράσσεται; Εδώ έγκειται η αντίφαση.

Ο Κρητικός συγγραφέας στην νεότητά του πέρασε από μια φιλοεθνικιστική φάση. Όπως αργότερα και από μια φιλοσοσιαλιστική. Όσο θαύμαζε τον Μουσολίνι άλλο τόσο θαύμαζε και τον Λένιν. Η αλήθεια είναι ότι επρόκειτο για έναν συστημικό διανοούμενο, ο οποίος – εκτός από την διαμάχη του με την εκκλησία , η οποία τελικά θετικά ενίσχυσε τις πωλήσεις των βιβλίων του- πάντα ήταν με την επικρατούσα κοινωνική τάση. Ας θυμηθούμε εδώ, τις συστηματικές του προσπάθειες για να υποστηρίξει την υποψηφιότητά του για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, τις δημόσιες σχέσεις που ανέπτυσσε, την συμπόρευσή του με το κυρίαρχο ρεύμα.

Ωστόσο υπήρξε ένας λογοτέχνης απ’ τον οποίο έχουμε πολλά να πάρουμε: κυρίως τις ειλικρινείς και εναγώνιες οντολογικές διερωτήσεις του, τα μεγάλα μεταφυσικά ερωτήματα που έθεσε, την σπουδή του επάνω στον Θεό και τον άνθρωπο, το χρέος και το καθήκον, την αγάπη για την πατρίδα και την πανανθρώπινη συνεργασία. Όλα αυτά είναι πολύτιμα.

Ο Καζαντάκης έχει επικριθεί από σεβαστούς σύγχρονούς μας διανοουμένους ( πχ Γιανναράς, Λιαντίνης, Αποστολίδης). Ο χρόνος και μόνον αυτός θα δείξει αν το έργο του θα έχει διάρκεια και αν θα καθιερωθεί. Ο χρόνος που όλα τα φθείρει και τα σαρώνει.

Άγγελος Δημητρίου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *