Όλα ξεκίνησαν με ένα χρονογράφημα του Παύλου Νιρβάνα στη Νέα Εστία (1/3/1934), στο οποίο ο Νιρβάνας διατύπωνε αντιρρήσεις για την προσφώνηση “σεβαστός”, την οποία χρησιμοποιούσαν αρκετοί συνάδελφοί του όταν απευθύνονταν στον ίδιο:
Ένας αγαπητός -όχι σεβαστός- συνάδελφος μούλεγε αυτές τις μέρες:
-Δεν καταλαβαίνω τι έχουν πάθει όλοι οι συγγραφείς που μου κάνουν την τιμή να μου στέλνουν τα βιβλία τους, και με γράφουν στην αφιέρωσή τους “σεβαστό”. Κι αυτό δε συμβαίνει τώρα μόνο που έχω, τελοσπάντων, κάποια ηλικία. Γινότανε και όταν ήμουν πολύ νεώτερος. Και δεν είναι μόνο παιδιά που με γράφουν “σεβαστό”. Με γράφουν έτσι και αρκετοί ηλικιωμένοι. Ακόμα και συνομήλικοί μου. Αλλά τι θα πη “σεβαστός”, σε παρακαλώ; Και τι θέλουν να μου δείξουν όλοι αυτοί οι κύριοι, γράφοντάς με “σεβαστό”; Θέλουν να με περιποιηθούν ή να με κολακέψουν; Ποιος κολακεύεται, όμως, όταν του θυμίζουν τα χρόνια του; Διότι τα χρόνια σου σού θυμίζει εκείνος που σε τιτλοφορεί “σεβαστό”. Και ο Μαθουσάλας ακόμα αμφιβάλλω πολύ αν θα δεχόταν ευχαρίστως τον αμφίβολον αυτόν τίτλο. Και όμως όλοι αυτοί οι κύριοι επιμένουν στο “σεβαστός”, σα να χάθηκαν όλα τα άλλα επίθετα. Φαντάζονται πως κάνουν μια φιλοφρόνηση, ενώ, απλούστατα, χωρίς να το καταλαβαίνουν, κάνουν μια γαϊδουριά.
(…)
Το περίεργο όμως -το μεγάλο περίεργο- είναι ότι γίνεται τόση κατάχρηση σεβασμού σ’ έναν τόπο όπου ο σεβασμός είναι άγνωστος. Σ’ έναν τόπο που δεν υπάρχει κανένας πραγματικός σεβασμός ούτε σε πρόσωπα, ούτε σε πράγματα, ούτε σε αρχές, ούτε σε ιδέες, ούτε σε τίποτε αξιοσέβαστο όλα είναι “σεβαστά”.

από το χρονογράφημα του ΠΑΥΛΟΥ ΝΙΡΒΑΝΑ
στο περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ. 173, 1/3/1934

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *